Έρθεν ό τούρκον ό κακόν κι έκόνεψεν σήν χώραν,
τ' όμάλια τούρκ’ έγόμωσαν καί τά βουνά λεβέντους.
— Καλώς έρθες, τουρκόπουλον, καλώς κι άπ’ όθεν έρθες.
Κι άν ερθες γιά φαγίν, ποτήν, έσέν φαγοποτίζω
κι άν ερθες γιά την συντεκνιάν, έσέν σύντεκνον ’φτάγω
κι άν έρθες γιά τόν πόλεμον, έβγα κι άς πολεμούμε
κι έσύ έβγαλ’ γυμνά σπαθία κι έγώ βγάλω κοντάρια,
εσύ έβγαλ’ γενίτσαρους κι έγώ βγάλω κοράσια.
Σην έμπαν’ χίλ’τς έσκότωσεν, σήν έβγαν δύο χιλιάδες
καί σά κλωθογυρίσματα τ’ς, έφυγαν τά κουμπία τ’ς
κι έφάνθαν τά χρυσόμηλα τ’ς, τά λινοσκεπασμένα.
Κι ό σκύλον ό γενίτσαρον ψιλήν φωνήν έβγάλει.
— Γυναίκικον ό πόλεμον, γυναίκικον ό κο;yρσος,
γυναίκικον εν τό κοντάρ’, σκοτών’ τά παλληκάρια.
★★★
συντεκνιάν = κουμπαριό,
χρυσόμηλα = στήθη, βυζιά,
κούρσος= επιδρομή, πόλεμος.
Ήρθε o Τούρκος ο κακός
Ήρθε ο τούρκος ο κακός κι εκόνεψε στη χώρα,
γέμισαν τούρκοι στις πλαγιές και στά ψηλά λεβέντες.
— Καλώς το, το τουρκόπουλο, καλώς και πούθε ήρθες,
Αν ήρθες για φαγί, πιοτό, να σε φιλοξενήσω,
αν ήρθες για το κουμπαριό, να γίνουμε κουμπάροι
κι αν ήρθες για τον πόλεμο θε να λογαριαστούμε,
εσύ με τα γυμνά σπαθιά κι εγώ με τα κοντάρια
και βγάλε συ γενίτσαρους, να βγάλω εγώ κοράσια.
Μπαίνοντας χίλιους σκότωσε, βγαίνοντας δυο χιλιάδες
και στα κλωθογυρίσματα της φύγαν τα κουμπιά της
και φάνηκαν τα στήθια της, τα λινοσκεπασμένα.
Κι ο σκύλος ο γενίτσαρος ψιλή φωνούλα βγάζει.
— Γυναίκα πολεμά σκληρά, γυναίκα με νικάει,
με το κονταροχτύπημα, μου ρήμαξε τ’ ασκέρι.
ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ
Μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Τούρκους, ο συνθηκολόγος αυτοκράτορας Δαυίδ περνάει τον καιρό του σε διάφορες επαύλεις.
Τελικά, οι Τούρκοι παραβιάζουν, κατά τη συνήθεια τους, τους όρους της συνθήκης και τον εξοντώνουν μαζί με τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς του. Περνάει στην ιστορία σαν άρχοντας, που δεν φάνηκε άξιος σε ώρες κρίσιμες. Καταδικάζεται στη συνείδηση του λαού, ο οποίος οργανώνει αντίσταση στα βουνά του Πόντου.
όμάλια» με Τούρκους και «τα βουνά» με λεβέντες Έλληνες.
Η αντίσταση στα όρεινά διαρκεί πολλές δεκαετίες. Αντιστέκεται όλος ο πληθυσμός. Μάχονται ακόμη και γυναίκες, «κοράσια».
Το ποίημα φανερώνει τη βαθιά πίστη των ποντίων στην αρετή της φιλοξενίας. Καλωσορίζεται ο Τούρκος ο κακός με την διευκρίνιση ότι, αν ήρθε με καλή πρόθεση, μπορούν και να κουμπαριάσουν, να φάνε και να πιούνε κλπ. Αν όμως ήρθε για πόλεμο, θα λογαριαστούνε στο πεδίο της μάχης.
Το ποίημα καταλήγει με την θριαμβευτική νίκη της ποντιοπούλας ενάντια στους τούρκους μπασιμπουζούκηδες.
Από την ιστορία επιβεβαιώνεται, ότι η παράταση του πολέμου στα βουνά του Πόντου προκαλει μεγάλες ζημιές στ’ ασκέρια των Τούρκων.
Η παρουσία της ποντιοπούλας στα πλαίσια του πολέμου θυμίζει τις αμαζόνες του Πόντου, που κόβανε οι ίδιες το ένα στήθος τους, για να πολεμούν άνετα, στηρίζοντας στη θέση του τη σαΐτα.
Στάθης Ευσταθιάδης
τ' όμάλια τούρκ’ έγόμωσαν καί τά βουνά λεβέντους.
— Καλώς έρθες, τουρκόπουλον, καλώς κι άπ’ όθεν έρθες.
Κι άν ερθες γιά φαγίν, ποτήν, έσέν φαγοποτίζω
κι άν ερθες γιά την συντεκνιάν, έσέν σύντεκνον ’φτάγω
κι άν έρθες γιά τόν πόλεμον, έβγα κι άς πολεμούμε
κι έσύ έβγαλ’ γυμνά σπαθία κι έγώ βγάλω κοντάρια,
εσύ έβγαλ’ γενίτσαρους κι έγώ βγάλω κοράσια.
Σην έμπαν’ χίλ’τς έσκότωσεν, σήν έβγαν δύο χιλιάδες
καί σά κλωθογυρίσματα τ’ς, έφυγαν τά κουμπία τ’ς
κι έφάνθαν τά χρυσόμηλα τ’ς, τά λινοσκεπασμένα.
Κι ό σκύλον ό γενίτσαρον ψιλήν φωνήν έβγάλει.
— Γυναίκικον ό πόλεμον, γυναίκικον ό κο;yρσος,
γυναίκικον εν τό κοντάρ’, σκοτών’ τά παλληκάρια.
★★★
συντεκνιάν = κουμπαριό,
χρυσόμηλα = στήθη, βυζιά,
κούρσος= επιδρομή, πόλεμος.
Ήρθε o Τούρκος ο κακός
Ήρθε ο τούρκος ο κακός κι εκόνεψε στη χώρα,
γέμισαν τούρκοι στις πλαγιές και στά ψηλά λεβέντες.
— Καλώς το, το τουρκόπουλο, καλώς και πούθε ήρθες,
Αν ήρθες για φαγί, πιοτό, να σε φιλοξενήσω,
αν ήρθες για το κουμπαριό, να γίνουμε κουμπάροι
κι αν ήρθες για τον πόλεμο θε να λογαριαστούμε,
εσύ με τα γυμνά σπαθιά κι εγώ με τα κοντάρια
και βγάλε συ γενίτσαρους, να βγάλω εγώ κοράσια.
Μπαίνοντας χίλιους σκότωσε, βγαίνοντας δυο χιλιάδες
και στα κλωθογυρίσματα της φύγαν τα κουμπιά της
και φάνηκαν τα στήθια της, τα λινοσκεπασμένα.
Κι ο σκύλος ο γενίτσαρος ψιλή φωνούλα βγάζει.
— Γυναίκα πολεμά σκληρά, γυναίκα με νικάει,
με το κονταροχτύπημα, μου ρήμαξε τ’ ασκέρι.
ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ
Μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Τούρκους, ο συνθηκολόγος αυτοκράτορας Δαυίδ περνάει τον καιρό του σε διάφορες επαύλεις.
Τελικά, οι Τούρκοι παραβιάζουν, κατά τη συνήθεια τους, τους όρους της συνθήκης και τον εξοντώνουν μαζί με τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς του. Περνάει στην ιστορία σαν άρχοντας, που δεν φάνηκε άξιος σε ώρες κρίσιμες. Καταδικάζεται στη συνείδηση του λαού, ο οποίος οργανώνει αντίσταση στα βουνά του Πόντου.
όμάλια» με Τούρκους και «τα βουνά» με λεβέντες Έλληνες.
Η αντίσταση στα όρεινά διαρκεί πολλές δεκαετίες. Αντιστέκεται όλος ο πληθυσμός. Μάχονται ακόμη και γυναίκες, «κοράσια».
Το ποίημα φανερώνει τη βαθιά πίστη των ποντίων στην αρετή της φιλοξενίας. Καλωσορίζεται ο Τούρκος ο κακός με την διευκρίνιση ότι, αν ήρθε με καλή πρόθεση, μπορούν και να κουμπαριάσουν, να φάνε και να πιούνε κλπ. Αν όμως ήρθε για πόλεμο, θα λογαριαστούνε στο πεδίο της μάχης.
Το ποίημα καταλήγει με την θριαμβευτική νίκη της ποντιοπούλας ενάντια στους τούρκους μπασιμπουζούκηδες.
Από την ιστορία επιβεβαιώνεται, ότι η παράταση του πολέμου στα βουνά του Πόντου προκαλει μεγάλες ζημιές στ’ ασκέρια των Τούρκων.
Η παρουσία της ποντιοπούλας στα πλαίσια του πολέμου θυμίζει τις αμαζόνες του Πόντου, που κόβανε οι ίδιες το ένα στήθος τους, για να πολεμούν άνετα, στηρίζοντας στη θέση του τη σαΐτα.
Στάθης Ευσταθιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου