Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ


Βασισμένη σε έρευνα του Χάρη Τσιρκινίδη στα γαλλικά αρχεία
«Υπατη Αρμοστεία Γαλλικής Δημοκρατίας
Κωνσταντινούπολη, 28 Νοεμβρίου 1921
Προς Αυτού Εξοχότητα, Αριστείδη Μπριάν, πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών, Παρίσι
Ο Ταγματάρχης Βιέτ, ο οποίος διοικούσε προσωρινά τις τελευταίες εβδομάδες την αποστολή επιθεώρησης της οθω­μανικής χωροφυλακής, μου επέδωσε ένα σημείωμα ανακεφαλαιώνοντας τις πληροφορίες που έλαβε από ελληνικές βενιζελικές πηγές, τις οποίες θεωρεί πολύ αξιόπιστες, σχετικά με τις καταπιέσεις που είχε ο Ελληνο-Τουρκικός πό­λεμος, μεταξύ των πολιτών των ακτών της Μαύρης Θάλασσας.
Πολλές ωμότητες διαπράχθησαν εκεί, οι οποίες δε δικαιολογούνται, ότι και αν πουν οι Τούρκοι{....} χρησιμοποιήθηκαν ως προσχήματα για να ληφθούν μέτρα προφύλαξης, όπως εξοριών, κλπ., τα οποία επιδεινώθηκαν ιδιαίτερα από την αγριότητα των Τούρκων τσετών, όπως αυτών του Τοπάλ Οσμάν».
Ιδού, όμως και τα συνοδεύοντα την παραπάνω αναφορά παραρτήματα:
«Α Ένορκη κατάθεση των κυρίων Τζιάκομο 48 χρόνων, Τζιόρτζιο Καντονί 46 χρόνων, και των παιδιών τους Κωνστα­ντίνο 21 χρόνων, Τζιόρτζιο 20 χρόνων, και Φίλιππο 18 χρόνων.
Όλοι ορθόδοξοι, Ιταλοί υπήκοοι, εξορισθέντες οικογενειακώς από Σαμψούντα έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη με το ιταλικό πλοίο ”Κλεοπάτρα" την 18ην Ιουλίου 1921. 
Αυτοί οι κύριοι, παρότι Ιταλοί υπήκοοι, εξορίστηκαν παρά τις διαμαρτυρίες του Ιταλού προξένου της Σαμψούντας, κυρίου Στάνισλας. Όλοι γεννηθέντες στη Σαμψούντα ήταν υπάλληλοι της Αμερικανικής Εταιρείας Καπνών, εκτός του Φίλιππο, ο οποίος ήταν υπάλληλος ιταλικού ναυτικού πρακτορείου. Υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες φοβερών και αιμα­τηρών γεγονότων, που έγιναν στη Σαμψούντα και τα περίχωρα.
Ιδού, μερικά λόγια απ' όσα μας διηγήθηκαν:
Ιο. Πριν από ένα μήνα οι Τούρκοι άρχισαν να καταπιέζουν τους χριστιανούς της Σαμψούντας και ιδίως τα ελλη­νικά χωριά της περιφέρειας. Οι τσέτες και οι Τούρκοι χωρικοί όλοι εξοπλισμένοι μέχρι τα δόντια, όργανα της κυβέρνησης, από πολύ καιρό άρχισαν να λεηλατούν και να καταπιέζουν τους χριστιανούς της Σαμψούντας και ιδίως αυτούς των χωριών.
Οι πιο πολλοί από τους χωρικούς σφάχτηκαν άγρια. Η κατάσταση γινόταν όλο και πιο σκοτεινή. Οι ένοπλοι αντάρτες και ειδικά αυτοί του Τοπάλ Οσμάν διέπρατταν, μέρα με τη μέρα, δολοφονίες δυστυχισμένων χωρικών, όχι για τίποτε άλλο, παρά μόνο για να ικανοποιήσουν τα ζωώδη ένστικτά τους. Αυτοί σκότωσαν πολλούς αθώους
άνδρες, όπως τον Ανέστη στο Τσινίκ, και πολλούς άλλους των οποίων δε θυμάμαι τα ονόματα τους, ωθούμενοι από τα άγρια ένστικτά τους, oδηγούσαν  τις Ελληνίδες γυναίκες και δεσποινίδες και τις βίαζαν. Αυτή η απαίσια κατάσταση επικρατούσε σε μεγάλη έκταση και δεν ήταν δυνατό σε κανένα να σηκώσει φωνή διαμαρτυρίας.
2ο. Περί το τέλος Μαΐου η κυβέρνηση ανακοίνωσε στον πληθυσμό ότι όλοι οι ξένοι Έλληνες, οι οποίοι εγκατα­στάθηκαν στη Σαμψούντα, οφείλουν να εγκαταλείπουν την πόλη μέσα σε επτά ημέρες. Είναι εξαιτίας αυτής της απόφασης που οι Έλληνες της Ρωσίας εξορίστηκαν.
3ο. Οι δυστυχείς χριστιανοί δεν εγκατέλειπαν τα σπίτια τους. Έτσι, η κυβέρνηση ανακοίνωσε με κήρυκες ότι ο ελληνικός πληθυσμός δεν έχει τίποτε να φοβηθεί και ότι δόθηκε επίσημη διαταγή να μεταβούν στην αγορά και ν’ ασχοληθούν ήσυχα με τις δουλειές τους. Οι δυστυχείς πίστεψαν στις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης. Μετά από μερικές ημέρες, στις 16 Ιουνίου 1921, το πρωί, η πόλη της Σαμψούντας περικυκλώθηκε από την τουρκική χωροφυλακή και την αστυνομία.
Οι Τούρκοι προέβησαν σε συλλήψεις όλων των Ελλήνων, ακόμη και μεταξύ των εργατών της Αμερικανικής Εταιρείας Καπνών. Αυτοί οι αξιολύπητοι άνθρωποι, περίπου 3.000 από 12 έως 60 χρόνων, φυλακίστηκαν στο τουρκικό σχολείο. Εξυπακούεται ότι τα κυβερνητικά όργανα τους συμπεριφέρονταν κατά τρόπο βίαιο.
Το πρωί άρχισε η εξορία τους προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Γυμνοί, πεινασμένοι, πορεύονταν κτυπημένοι από άγριους χωροφύλακες που τους συνόδευαν. Αυτό το αξιολύπητο καραβάνι, αποτελούμενο από 999 άτομα, ξεκίνησε για τον Γολγοθά του μαρτυρίου τους...
«Καταθέτουμε ένορκα γι αυτά τα γεγονότα με πλήρη συνείδηση των ευθυνών.
Κωνσταντινούπολη, 21 Ιουλίου 1921.
Ιο. Ο κύριος Φίλιππος Σαράφης, τραπεζίτης κι έμπορος του Τσαρσαμπά, οδηγήθηκε, την 1η Μαΐου 1921, από έναν οπλίτη κι έναν αστυνομικό στο κέντρο της αγοράς όπου δολοφονήθηκε με πιστόλι.
Η τουρκική κυβέρνηση, με το πρόσχημα ότι επιφορτίστηκε με τη φύλαξη της περιουσίας του νεκρού, εξαφά­νισε τα βιβλία του, με σκοπό να μην μπορεί να γίνει ποτέ ο λογαριασμός της περιουσίας του.
2ο. Τη 17η Ιουλίου, όλοι οι άνδρες άνω των 12 χρόνων συνελήφθησαν κι εξορίστηκαν. Στο δρόμο οι περισσότε­ροι από αυτούς σφάχτηκαν μεταξύ Σαμψούντας και Τεπέκιοϊ, σταθμό που απέχει 3 ώρες από τη Σαμψούντα.
3ο. Τη 28η Ιουλίου, όλες οι γυναίκες και τα παιδιά εξορίστηκαν. Στο δρόμο χώρισαν τις νέες γυναίκες, τις οποίες κτηνωδώς εβίασαν. Δε γνωρίζουμε την τύχη των υπολοίπων. Μόλις ολοκληρώθηκε η εξορία, τα έπι­πλα και τα εμπορεύματα των δύστυχων εξόριστων κατασχέθηκαν.
Η κυβέρνηση προχώρησε στην κατάσχεση της περιουσίας του Σαράφη. Το μαγαζί του σφραγίστηκε. Δεν επέ­τρεψαν στη δυστυχισμένη οικογένειά του να πάρει ακόμη και τις εισπράξεις του ταμείου. Κι έτσι η δυστυχής γυ­ναίκα του, τα 6 παιδιά του, και ο γέρος πατέρας του, 80 χρόνων, περιέπεσαν σε πλήρη φτώχεια.

Καθώς δεν έχουμε νέα τους, οδηγούμαστε να πιστεύουμε ότι, κατά τη διάρκεια της εξορίας τους, έχουν σφα- γεί. Αυτό, εξάλλου, επιβεβαιώθηκε πλήρως απ' όλους τους Τούρκους ταξιδιώτες που έφτασαν τελευταία στην Κωνσταντινούπολη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah