Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

Αμελέ Ταπουρού: (τάγματα εργασίας - στρατόπεδα συγκέντρωσης)

.Τα τάγματα εργασίας που δημιούργησε η Τουρκία, λίγες μέρες πριν από την έκρηξη του Α' παγκοσμίου πολέμου ήταν ένας πρωτότυπος τρόπος συγκέντρωσης και εξόντωσης των ανεπιθύμητων για την τουρκική διοίκηση δυνάμεων. Τα τάγματα αυτά επάνδρωσε η τουρκική διοίκηση με Έλληνες που έπαιρνε από τον τουρκικό στρατό όπου είχαν καταταγεί, αφού προηγουμένως οι Τούρκοι στρατιωτικοί τους αφόπλιζαν και έπαιρναν τον ιματισμό τους. 
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για στρατόπεδο αναγκαστικής συγκέντρωσης - τάγματα σκαπανέων -που δημιουργήθηκαν με την εισήγηση των Γερμανών στρατηγών Γκόλτς και Λίμαν φον Σάντερς. 
Στα στρατόπεδα αυτά συγκέντρωναν άτομα που ανήκαν κυρίως στις εθνολογικές μειονότητες των Ελλήνων και Αρμενίων, δηλ., εχθρικών προς την Τουρκία δυνάμεων, με σκοπό όχι απλώς τον αφοπλισμό και τον παραμερισμό τους, αλλά την εξόντωσή τους, χωρίς το γεγονός αυτό να προκαλέσει την προσοχή των ξένων κρατών, ώστε να δημιουργηθεί διεθνής θόρυβος σε βάρος της Τουρκίας.
Έτσι, από το 1914 οι Τούρκοι επιστράτευσαν (με το Σεφερπεγλίκ) όλους τους νέους Ποντίους, ηλικίας από 21 έως 45 ετών και τον Ιούλιο του ιδίου έτους τους έστειλαν στο εσωτερικό της ανατολής, στο Σου - Σεχίρ της περιφέρειας Σεβάστειας. 
Την ίδια τύχη είχε και η αρμενική εθνότητα: ένα χρόνο αργότερα δηλ. το 1915 οπότε όλοι οι Αρμένιοι που είχαν κληθεί στα όπλα από τα προηγούμενα χρόνια οδηγήθηκαν στα τάγματα σκαπανέων, στις ακραίες περιοχές της ανατολής.

Η εξόντωση των Ποντίων και των Αρμενίων πέτυχε με διάφορες απάνθρωπες μεθόδους. Δούλευαν κάτω από τις πιο άσχημες καιρικές συνθήκες επί 18 ώρες το 24ωρο, έσπαζαν πέτρες για την επίστρωση δρόμων, ισοπέδωναν και άνοιγαν δρόμους, έσκαβαν, έκοβαν ξύλα μέσα σε δριμύ κρύο, καθάριζαν τα χιόνια από τις σιδηροδρομικές γραμμές και συχνά έσπρωχναν ακόμη και βαγόνια τρένων.
Όλα, αυτά χωρίς τη στοιχειώδη διατροφή που χρειάζονταν, χωρίς ρούχα, όταν μάλιστα το κρύο ήταν πολύ μεγάλο, κάτω από το μηδέν και χωρίς ύπνο. 
Η εξάντληση από τις κάθε είδους κακουχίες είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρχουν καθημερινά θάνατοι στην αρχή λίγοι, ενώ μετά την 11-15η μέρα και στη συνέχεια, ο αριθμός των νεκρών αυξήθηκε ώστε καθημερινά οι θάνατοι να ανέρχονται σε δεκάδες και μετά σε εκατοντάδες και χιλιάδες.
Ο τραγικός αυτός αποδεκατισμός των "επιστράτων" ανάγκασε πολλούς να δραπετεύσουν και να ανέβουν στα βουνά ή να κρύβονται σε μέρη ασφαλή για να σώσουν τη ζωή τους. 
Την κατάσταση αυτή οι τουρκικές αρχές την αντιμετώπισσαν με εξαιρετικά αυστηρά μέτρα: Οι δραπέτες όταν συλλαμβάνονταν οδηγούνταν δεμένοι στα στρατοδικεία και καταδικάζονταν σε θάνατο έπειτα από μια συνοπτική παρωδία δίκης. 
Συχνά, αποσπάσματα χωροφυλάκων έμπαιναν στα σπίτια των Ποντίων και των Αρμενίων με το πρόσχημα να ερευνήσουν για λιποτάκτες ή δραπέτες ή φυγόστρατους και με την ευκαιρία αυτή λεηλατούσαν, βίαζαν γυναίκες, βασάνιζαν γέρους και γριές, για να μαρτυρήσουν που κατέφυγαν οι φυγάδες και στο τέλος φεύγοντας έκαιγαν και τα σπίτια των κατοίκων.
Δύο είναι οι λόγοι της συγκέντρωσης των ελληνικών και των αρμενικών πληθυσμών στα Αμελέ Ταπουρού.
 Ο πρώτος ήταν ο φόβος των τουρκικών αρχών (τουρανισμός) για ενδεχόμενη ομαδική εξέγερση των Ελλήνων (και βέβαια και των Αρμενίων) και ο δεύτερος ήταν να μην είναι σε θέση (τόσο οι Έλληνες όσο και οι Αρμένιοι) να αμυνθούν σε περίπτωση που οι Τούρκοι θα λάβουν μέτρα κατά των Αρμενίων.
Οι μάχιμοι άνδρες απομονώθηκαν στις επαρχίες, ενώ στα χωριά έμειναν οι γέροι, οι γυναίκες και τα παιδιά ανυπεράσπιστοι. Από τον κρατικό μηχανισμό εκτοπίστηκαν όλοι οι Αρμένιοι και έτσι το φοβερό σχέδιο κρατήθηκε όσο το δυνατό πιο απόρρητο. 
Ακόμη και οι προύχοντες Αρμένιοι δεν ξέφυγαν τη σύλληψη και τη σφαγή. Με λίγα λόγια, οι τουρκικές αρχές πέτυχαν με ένα σμπάρο δυο τριγώνια.
Όμως παρά τα δρακόντια μέτρα της τουρκικής στρατιωτικής διοίκησης, οι Έλληνες κατόρθωσαν να συγκροτήσουν κατά χιλιάδες τα ανταρτικά σώματα στα οποία κατέφευγαν οι δραπέτες από τα Αμελέ Ταπουρού. 
Τα σώματα αυτά συγκρούστηκαν σε θανατηφόρες μάχες και σε ανοικτό πεδίο με τα τουρκικά στρατεύματα και δημιούργησαν τις συνθήκες εκείνες των αντιποίνων που βοήθησαν ώστε να σωθεί ο ελληνισμός του Πόντου από τη φοβερή σφαγή.
Με την κήρυξη του Α' παγκοσμίου πολέμου (1914) και την είσοδο της Τουρκίας στο πλευρό της Γερμανίας, στην Τουρκία κηρύχθηκε γενική επιστράτευση (το περίφημο Σεφέρπεγλικ) στις 21-7-1914, στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και οι πόντιοι Έλληνες.
Η επιστράτευση αυτή είχε τις εξής δυσμενείς επιπτώσεις για τους Ποντίους που ήταν:
α) Αναγκαστική απομάκρυνση από τις οικογένειές τους, των περισσότερων στρατευσίμων ανδρών ηλικίας από 20-45 χρονών, με αποτέλεσμα να μένουν απροστάτευτες οι οικογένειές τους στο έλεος κάθε "Ζαπτιέ" ή κάθε Τούρκου "τσετέ".
β) Εχθρική στάση των Τούρκων αξιωματικών προς τους επιστράτους Ποντίους· και αυτό γιατί κυρίως στον τελευταίο ρωσοτουρκικό πόλεμο οι Έλληνες στρατιώτες λιποτακτούσαν από τις τάξεις του τουρκικού στρατού μη θέλοντας να πολεμήσουν τους ομοδόξους τους, αλλά και τους φίλους της Ελλάδος Ρώσους.
γ) Αφοπλισμό τους ως υπόπτων, ιδίως μετά την κατάρρευση του τουρκορωσικού μετώπου, επειδή ήταν χριστιανοί, και τη δημιουργία των εργατικών ταγμάτων (Αμελέ Ταπουρού). Από διηγήσεις των παλαιοτέρων Ποντίων που στρατεύθηκαν στον τουρκικό στρατό με τη γενική επιστράτευση του 1917 μαθαίνουμε ότι οι Έλληνες του Πόντου έδειξαν έμπρακτα τη διάστασή τους στο ρωσοτουρκικό πόλεμο και λιποτακτούσαν με κάθε τρόπο από τον τουρκικό στρατό. Έτσι, απέφευγαν τη σύγκρουσή τους με τους χριστιανικούς στρατούς από το ένα μέρος και τις φιλικές προς την Ελλάδα διακείμενες χώρες της Αντάντ από το άλλο.
δ) Βιαιοπραγίες κατά των αμάχων με το πρόσχημα αναζητήσεως κρυπτομένου οπλισμού και
ε) Εξορίες των ελληνικών πληθυσμών προς τα ενδότερα, ιδιαίτερα μετά την προέλαση των Ρώσων και την κατάληψη της Τραπεζούντας, στις 5-4-1916.


Αχιλλέας Στ. Ανθεμίδης
Δρ. Νομικής Πανεπιστημίου Gottingen

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah