...Με το χάραμα, της μέρας οι σκιές είδα πως ήταν σύννεφα γκρίζα, χαμηλά,
πολύ χαμηλά, σε σχήμα, ομάδας γυναικών,
και καθώς ήμουν επηρεασμένη και θλιμμένη, ένιωσα τόσο δέος, που φαντάστηκα πως γινότανε λιτανεία νεκρών. Έψαχνα να βρω
και τη δική σου μορφή.
....Το συννεφάκι άρχισε να κουνιέται κερδίζοντας ύψος. Και
όσο ανέβαινε ψηλά, αραίωνε, αραίωνε
κι ερχότανε προς τη διαχωριστική γραμμή. Πέρασε πάνω από τις ράμπες και καθώς αραίωνε , πήρε ,
γιαγιά μου , το σχήμα το δικό σου. Μου φάνηκε πως ήσουνα εσύ με το τσεμπέρι,
ψηλόλιγνη σιλουέτα όταν ανέβαινες τότε, το 1913, στο τελευταίο χωριό κοντά στα
σύνορα.
...Μα γιαγιά μου Ελένη, τώρα που η ψυχή σου είναι ελεύθερη και δεν φοβάται εχθρούς και σύνορα, πήγαινε,
αν θέλεις, κοντά στον παππού τον Γιώργο, αφού κι εκείνος αναπαύεται σε τόπο
χριστιανικό.
Κι από εκεί είναι κοντά και η Σάντα μας…
Λίγα λόγια για την Όλγα Νυμφοπούλου
Η
Όλγα Νυμφοπούλου γεννήθηκε στην Τριανταφυλλιά Σερρών το 1926 από Πόντιους
γονείς. Ο πατέρας της Λεωνίδας Ξανθόπουλος (1902-1973) και η μητέρα της
Μελπομένη Πολιτίδου (1908-1990), ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα από την Επτάκωμη
Σάντα του Πόντου.
Τελείωσε
το Δημοτικό Σχολείο στην Τριανταφυλλιά και φοίτησε στο Αμερικανικό Κολλέγιο
Θεσσαλονίκης μέχρι το 1941. Λόγω του πολέμου και των αντίξοων συνθηκών της
τριπλής γερμανοϊταλοβουλγαρικής κατοχής (1941-1944), διέκοψε τη φοίτησή της
και αργότερα, μετά το τέλος και του εμφυλίου πολέμου (1946-1949), νυμφεύθηκε το
νομικό (επιθεωρητή οικονομικών εφορειών) και ποιητή Κωνσταντίνο Νυμφόπουλο,
γιό του αειμνήστου εκπαιδευτικού και ιστορικού της Σάντας Μιλτιάδη Νυμφόπουλου.
Μεγάλωσε
σε προσφυγικό περιβάλλον και από παιδί, μαζί με τα άλλα προσφυγόπουλα που ήρθαν
στην Ελλάδα από τις Αλησμόνητες Πατρίδες του Ελληνισμού της Ανατολής, έζησε και
γνώρισε από κοντά τις δύσκολες συνθήκες εγκατάστασης και προσαρμογής των
προσφύγων στη Νέα Πατρίδα.
Από
τους πρόσφυγες της 1ης γενιάς, που βίωσαν με σκληρό και απάνθρωπο τρόπο τα
δραματικά γεγονότα του Μεγάλου Χαλασμού, άκουσε και έμαθε πολλά, πάρα πολλά,
για τη μικρασιατική καταστροφή, για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών
μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και για την προσφυγιά που ακολούθησε.
Από
τους γονείς της και ιδιαίτερα από τη γιαγιά της Τσόφα (Σοφία Πολιτίδου) άκουσε
και έμαθε τα περισσότερα. Η πολύπαθη γιαγιά, αντί για παραμύθια, της έλεγε
πάντοτε αληθινές ιστορίες από την καταστροφή και τον ξεριζωμό των Ελλήνων του
Πόντου. Ήταν η γιαγιά Ιστορία, η μούσα Κλειώ που ιστορούσε στη μικρή εγγονή
της, με πόνο και θλίψη, προσωπικά βιώματά της.
Σχεδόν
όλα όσα της αφηγήθηκε για τη Σάντα, για τον Πόντο, για τις εξορίες και τις
λευκές πορείες του θανάτου, η μικρή Όλγα με εκπληκτική ακρίβεια και τάξη αλλά
και ευαισθησία τα κατέγραψε στη μνήμη της.
Ένα
μέρος από αυτά τα ακούσματα, τα γεμάτα από πόνο και δάκρυ, η Όλγα Νυμφοπούλου
μας τα διασώζει μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου που έχει τίτλο:
Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ Η ΕΛΕΝΗ. Από
τη Σάντα του Πόντου στη Σόφια της Βουλγαρίας.
Τη
γιαγιά Ελένη (από την πλευρά του πατέρα της) δεν την είδε ποτέ, δεν τη γνώρισε·
πέθανε στη Σόφια το 1926, την ίδια ακριβώς χρονιά που γεννήθηκε η Όλγα στην
Τριανταφυλλιά. Τη "γνώρισε" όμως και έμαθε πολύ καλά την ιστορία
της, την οδύσσειά της, μέσα από τα αφηγήματα και τα ιστορήματα των οικείων
της.
Είναι
το δεύτερο βιβλίο που γράφει. Το πρώτο, με παρόμοιο τίτλο αλλά γραμμένο για τη
γιαγιά της Τσόφα (από την πλευρά της μητέρας της, που από τη Σάντα του Πόντου
ήρθε στην Ελλάδα το 1923 και πέθανε στην Τριανταφυλλιά Σερρών το 1965), εκδόθηκε
και κυκλοφόρησε το 1996.
Και
τα δύο είναι βιβλία στις σελίδες των οποίων παρατίθενται και εξιστορούνται
αληθινά γεγονότα της ίδιας τραγικής περιόδου. Δύο βιβλία στα οποία
πρωταγωνιστούν, η γιαγιά Τσόφα στο πρώτο και η γιαγιά Ελένη στο δεύτερο ως
ιέρειες αρχαίας τραγωδίας με το σταυρό του μαρτυρίου η κάθε μια στην πλάτη
της.
Πέρασαν
οκτώ δεκαετίες από τότε και σε λίγο θα συμπληρωθεί ένας αιώνας από το θλιβερό
Αύγουστο του 1922. Οι πρόσφυγες της 1ης γενιάς της μικρασιατικής καταστροφής
δεν υπάρχουν πιά, έφυγαν· πήραν μαζί τους στον τάφο "τη ζώσα
ιστορία", τις μνήμες, τους πόνους και τους καημούς του Μεγάλου Χαλασμού.
Ο
χρόνος, με το πέρασμά του, όλο και περισσότερο θα ξεθωριάζει τα γεγονότα και
θα τα ρίχνει στον Καιάδα της λήθης. Τα αφηγήματα των τραυματικών εμπειριών των
γονέων και των παππούδων μας δεν τα ακούμε, δεν υπάρχουν πιά και κάπως απόμακρα
ήδη ηχούν σήμερα στα αυτιά της 2ης και 3ης γενιάς. Η μνήμη δεν συγκρατεί για
πολύ καιρό όλα όσα ακούει.
Τα
"ακούσματα" όμως της γιαγιάς Τσόφας και της γιαγιάς Ελένης, μέσα από
τις σελίδες των βιβλίων που γι' αυτές έγραψε η εγγονή τους Όλγα Νυμ- φοπούλου,
δε θα ξεθωριάσουν και δε θα ξεχαστούν ποτέ. Θα "ηχούν" στ' αυτιά μας
κάθε φορά και όσες φορές θα τα διαβάζουμε και θα κρατούν αναμένο το καντήλι της
μνήμης των Αλησμόνητων Πατρίδων του Ελληνισμού της Ανατολής, που δυστυχώς, στο
πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα, υπέστει τη μεγαλύτερη καταστροφή όσο ποτέ άλλοτε
στην τρισχιλιό- χρονη ιστορία του.
Σ' αυτό το
βιβλίο η συγγραφέας, με αισθαντικό τρόπο, περιγράφει τη ζωή της γιαγιάς της
Ελένης, που από τη Σάντα του Πόντου βρέθηκε (και πέθανε) στη Σόφια της
Βουλγαρίας.
Παντ.
Θ. Σοφιανός Πρόεδρος
του
Συλλόγου των Σανταίων Θεσσαλονίκης "Η Ετττάκωμος Σάντα "
(Σ.Σ.
Η Όλγα Νυμφοπούλου έφυγε απο την ζωη στις 11 Γενάρη του 2009, η κηδεία
της έγινε στη γενέτειρα της ,την Τριανταφυλλιά Σερρών. )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου