Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Ανταρτες εκδικητες-εστιαδες του Δυτικου Ποντου

Από το 1690 έως το 1750, στον Δυτικό Πόντο έδρασαν οι εσκιάδες - αντάρτες εκδικητές εναντίον των ντερεμπέηδων, που τοποθετήθηκαν από τον σουλτάνο κατά την εφαρμογή, το 1660 περίπου, και στον Πόντο του τιμαριωτικού συστήματος.
Πολλοί είναι εκείνοι που δέχονται ότι οι πηγές της ιστορίας δεν είναι μόνον οι γραπτές μαρτυρίες, τα μνημεία και τα αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά είναι και η προφορική παράδοση, οι θρύλοι, οι λαϊκές διηγήσεις και τα δημοτικά τραγούδια, ακόμη και τα ήθη και έθιμα κάθε λαού, που απετέλεσαν πυξίδα στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας, στύλωσαν και παρηγόρησαν τον λαό στις τραγικές δοκιμασίες και διέσωσαν τον απόηχο ιστορικών γεγονότων, που, διαφορετικά, θα είχαν ξεχαστεί ολότελα.

Η αναφορά αυτή στους εσκιάδες έχει βασιστεί στις αφηγήσεις ηλικιωμένων, που κατόρθωσαν να επιζήσουν από τις τουρκικές φρικαλεότητες και να έρθουν στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Οι νεότεροι προσπαθούν μέσα από την αχλή του χρόνου να ξεδιαλύνουν τα πρόσωπα των αφανών ηρώων, ανδρών και γυναικών του Πόντου και αναζητούν το πρώτο φως σε αυτού του είδους την πηγή, αρχίζοντας από τις λαϊκές αφηγήσεις και τα τραγούδια, όπως τα τραγουδούσαν, τόσο στον Πόντο όσο και στην Ελλάδα, μετά τον ερχομό τους. Τα τραγούδια αυτά αναφέρονται στα χρόνια των ντερεμπέηδων, από το 1680, μέχρι την εποχή του Μουσταφά Κεμάλ το 1919-1922.
Βασίζεται, επίσης, η ιστορία αυτή και σε βιβλία Ελλήνων συγγραφέων, αλλά και Τούρκων, και σε ανέκδοτες σημειώσεις και διηγήσεις πολλών Ποντίων, που έγιναν στην Ελλάδα και οι οποίοι γράφουν για τους εσκιάδες, της περιόδου 1690 με 1750.
Φυσικά, δεν πρόκειται για αρματολούς και κλέφτες, όπως εμφανίστηκαν στη μητροπολιτική Ελλάδα κατά τις παραμονές του ξεσηκωμού του 1821. Στην Ελλάδα, η εμφάνιση των αρματολών ήταν επακόλουθο της δράσης των κλεφτών, τους οποίους ανέλαβαν να καταδιώξουν.
Στον Πόντο επρόκειτο για κάτι διαφορετικό, για μια άλλου είδους αντίσταση. Οι Πόντιοι αρματολοί — εσκιάδες, που καταπιέζονταν και διώκονταν από τους ένοπλους ανθρώπους του ντερέμπεη, έκαναν και εκείνοι, για αντίποινα, τα ίδια στους Τούρκους, με τον δικό τους πάντοτε τρόπο. Για να επιτύχουν τον σκοπό τους και να προφυλαχτούν, ανέβηκαν οι Έλληνες εσκιάδες στα βουνά.

Η διαφορά τους από τους Ελλαδίτες αρματολούς και κλέφτες
Για να γίνει διάκριση ανάμεσα στους Ελλαδίτες αρματολούς και τους εσκιάδες του Πόντου, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι κλέφτες εμφανίστηκαν όταν οι Τούρκοι έπαιρναν από τους Έλληνες όλα τους τα αγαθά και δεν τους άφηναν να ζήσουν.
Παντού στην Ελλάδα βασίλευε η φτώχεια και η κάθε είδους στέρηση.
Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης, για να ζήσουν, ή έπρεπε να παράγουν οι ίδιοι — πράγμα που δεν μπορούσαν να κάνουν, γιατί τους τα είχαν πάρει όλα οι Τούρκοι — ή έπρεπε να κλέψουν και να ληστέψουν, γιατί, διαφορετικά, θα πεινούσαν οι ίδιοι και οι οικογένειες τους. Για να είναι ασφαλείς, έπρεπε να έχουν όπλα. Οι κλέφτες αυτοί στρέφονταν κυρίως κατά των Τούρκων, που είχαν τις περιουσίες.
Για να αντιμετωπίσουν οι Τούρκοι τη δράση των κλεφτών και να προστατέψουν τις περιουσίες τους, προσλάμβαναν στη δούλεψη τους ορισμένους Έλληνες, τους οποίους εξόπλισαν. Οι αρματολοί αυτοί ήταν κυρίως Έλληνες.
Ως Έλληνες, όμως, οι αρματολοί, πολλές φορές, δεν στρέφονταν κατά των Ελλήνων κλεφτών ή στρέφονταν εναντίον των Τούρκων. Αρκετές φορές δημιουργούσαν μικτές ομάδας αρματολών και κλεφτών και στρέφονταν εναντίον των Τούρκων. Έτσι, αρματολοί και κλέφτες αποτελούσαν απειλή για τους Τούρκους.
Ο αριθμός αυτών των κοινών ομάδων αυξανόταν συνεχώς και γιαυτό, οι Τούρκοι έπαιρναν τα ανάλογα μέτρα για να τις αντιμετωπίσουν. Συγκρότησαν μικτές ομάδες Τούρκων και Αλβανών ή και Αρβανιτών, για να τους προφυλάξουν.

Ποιοι ήταν οι εσκιάδες του Πόντου
Ιστύλ Αγάς

Οι Έλληνες εκδικητές — εσκιάδες του Πόντου, που έδρασαν κατά την ίδια περίοδο με τους Ελλαδίτες αρματολούς και κλέφτες εμφανίστηκαν μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας, το 1461, από τους Τούρκους, που την ακολούθησαν η ερήμωση, η φωτιά, η καταστροφή χωριών και πόλεων.
Η γνωστή, δηλαδή, τακτική των Τούρκων. Οι κάτοικοι πολλών χωριών και ιδίως εκείνων που ήταν χτισμένα στα ριζώματα των βουνών, ανέβηκαν στα βουνά, σε απρόσιτα, γεμάτα πυκνά δάση μέρη, όσο γινόταν πιο μακριά από τα μάτια των κατακτητών.
Οι περιουσίες των χριστιανών δόθηκαν σε Τούρκους ή παραχωρήθηκαν σε τζαμιά και σε ιδρύματα (βακούφια κ. τ. λ.). Όσα προϊόντα δεν τα είχαν αρπάξει οι Τούρκοι, όπως σιτάρι, βαμβάκι, λινάρι, φρούτα, μέλι, πρόβατα κ. ά., τα φορολόγησαν βαρύτατα. Τους φόρους εισέπρατταν ειδικοί φοροεισπράκτορες.
Μπροστά στην κατάσταση αυτή, οι Έλληνες πολλών περιοχών του Πόντου, όπως της Πάφρας, της Σαμψούντας, της Γάβζας, της Αμάσειας κ. ά. αναγκάστηκαν να ζητήσουν την ελεύθερη ζωή στα γύρω δύσβατα μεγάλα βουνά, επειδή δεν υπήρχε άλλη λύση, δηλαδή επειδή δεν μπορούσαν οι οικογένειες να καταφύγουν σε άλλες περιοχές ή και στο εξωτερικό.
Ο αντάρτης του Δυτικού Πόντου, που κατέφευγε στα βουνά, δεν είχε, στην αρχή, την πρόθεση να στραφεί κατά των Τούρκων. Αναζητούσε τρόπο διαφυγής, για να σώσει, τουλάχιστον, τη ζωή του.
Όταν άρχισε η καταδίωξη από τους Τούρκους, τότε και μόνον οπλίστηκε για λόγους καθαρά αυτοάμυνας. Βλέποντας, όμως, τη συμπεριφορά των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, άρχισε, τότε, και αυτός τα αντίποινα κατά των Τούρκων, ως εκδίκηση για όσα έκαναν αυτοί σε βάρος των Ελλήνων. Έτσι, λοιπόν, μπήκαν στην ιστορία και στη χορεία των ηρώων οι αντάρτες του Πόντου ως εσκιάδες, εκδικητές.

Γιώργος Αντωνιάδης
Οικονομολόγος-συγγραφέας

ΠΗΓΗ:"ΠΟΝΤΙΑΚΑ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah