Κοτς
Χορός που τον συναντάμε σ' όλο σχεδόν τον Πόντο κυρίως όμως στις περιοχές Αμισού, Ορντούς, Κερασούντας και στην ευρύτερη περιοχή της Χαλδίας. Είναι κυκλικός χορός , χωρίς πάντοτε να κλείνει ο κύκλος.
Αυτό δίνει τη δυνατότητα στον πρώτο χορευτή να δημιουργεί προσωπικές φιγούρες. Είναι ζωηρός και εύθυμος χορός. Ο χαρακτήρας του αυτός έδινε διέξοδο για χορευτική έξαρση και δημιουργία κυρίως στις γυναίκες και στα κορίτσια του Πόντου, πράγμα που λειτουργούσε ως αντιστάθμισμα στους ζωηρούς πολεμικούς αντρικούς ποντιακούς χορούς. Έτσι επικράτησε να χορεύεται από γυναίκες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν χορεύεται από άντρες.
Υπάρχουν δυο εκδοχές για το όνομα του. Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι η ονομασία του προέρχεται από το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό χτύπημα της φτέρνας των ποδιών των χορευτών.
Αν δεχτούμε αυτή την εκδοχή, τότε ο χορός Κοτς μπορεί να θεωρηθεί ο πρώτος και αντιπροσωπευτικότερος μιας ομάδας ποντιακών χορών, που χρησιμοποιούν, ως χαρακτηριστικό βήμα το χτύπημα της φτέρνας.
Η δεύτερη άποψη, η οποία είναι εξ ίσου σοβαρή και αξιόπιστη, υποστηρίζει ότι το όνομα Κοτς προέρχεται από τον γενικότερο τρόπο που χορεύεται ο χορός, δηλαδή με βήματα πηδηχτά- Κότσια. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι ο κουτσός στην ποντιακή διάλεκτο λέγεται κοτσός.
Από την σκοπιά αυτή το κοτς καθώς και άλλοι ποντιακοί χοροί ανήκαν στη μεγάλη κατηγορία των κυκλικών, ίσιων κουτσών χορών της Ελλάδας , της Μ. Ασίας και γενικά της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου με πανάρχαια προέλευση.
Κότσαρι
Ο γνωστότερος ακόμα και στους μη Πόντιους , ποντιακός χορός και ο πιο φημισμένος μετά τον Πυρρίχιο χορό, σέρα. Στον Πόντο ο χορός κότσαρι ήταν τοπικός χορός της ανατολικής περιοχής (Της Αργυρούπολης, του Παϊπούρτ, αλλά κυρίως χορευόταν από τους Πόντιους των περιοχών του Καύκασου).
Ήταν ακόμη γνωστός στην περιοχή της Άνω Ματσούκας. Στην περιοχή αυτή ο χορός έγινε γνωστός τις τελευταίες δεκαετίες πριν τον ξεριζωμό και μάλλον λέγεται ότι οι Ματσουκιώτες τον γνώρισαν και τον έμαθαν στα πανηγύρια της Παναγίας από προσκυνητές των περιοχών του Ανατολικού Πόντου.
Το όνομα του προέρχεται από τον τρόπο που χορεύεται και συγκεκριμένα από τα δυο κουτσά (κοτσά) βήματα που εκτελούνται μάλιστα με ταυτόχρονο χτύπημα της φτέρνας στο έδαφος.
Άλλη εκδοχή θέλει το όνομα του να προέρχεται πάλι βεβαία από τον τρόπο που χορεύεται, αλλά και από το τράνταγμα των κλειδώσεων των ποδιών-γονάτων, μεταταρσίου - φτέρνας. Για το χορό δηλαδή χρειαζόταν γερά κότσια, γιατί σε αυτά στηρίζεται ο χορευτής και αυτά χρησιμοποιεί στην εκτέλεση του.
Η άποψη αυτή ωστόσο θεωρείται αυθαίρετη όπως και άλλες , που συνδέουν την ονομασία του χορού με το όνομα κάποιου χορευτή Κωτσαρή. Τέτοιο υποκοριστικό όμως δεν υπάρχει στον Πόντο.
Ο χορός κότσαρι εντάσσεται στην ομάδα εκείνων των ίσιων κουτσών χορών , που είναι γνωστοί στην Ελλάδα και γενικότερα στους λαούς της Μ. Ασίας από τα πανάρχαια χρόνια. Ξεκίνησε ως αντρικός χορός. Μάλιστα ορισμένοι μελετητές τον κατατάσσουν στους δύσκολους «βουνίσιους» πολεμικούς χορούς αργότερα όμως επικράτησε να συμμετέχουν σ' αυτών και γυναίκες.
Σερρα
Ο κατεξοχήν πολεμικός χορός των Ποντίων. Έχει ομαδικό χαρακτήρα και χορεύεται από άνδρες. Χορευόταν στην αρχαιότητα στα Μεγάλα Παναθήναια κάθε 4 χρόνια, στα Μικρά Παναθήναια κάθε χρόνο, με πλήρη πολεμική στολή, καθώς και στα Διοσκούρια της Σπάρτης. Πήρε την ονομασία του από τον ποταμό Σέρρα της Τραπεζούντας.
Ονομάζεται και πυρρίχιος χορός, διότι οι κινήσεις των χορευτών μιμούνται αντίστοιχες κινήσεις αρχαίου Έλληνα πολεμιστή, σε ώρα μάχης. Και γι’ αυτήν ακριβώς την ιδιαιτερότητα που έχει ο χορός, κατατάχθηκε μεταξύ των διασημότερων χορών, όλου του κόσμου.
Τρυγόνα
Χορός του Πόντου, απλός στη μορφή του όπως και οι περισσότεροι γνήσια λαϊκοί. Ο συγκεκριμένος χορός αποπνέει ένα κεφάτο πρωτογονισμό και είναι ο μοναδικός ποντιακός χορός που έχει φορά προς τα αριστερά και όχι προς τα δεξιά.
Σύμφωνα με την ερμηνεία που του αποδίδεται , η γυναίκα ενός μυξιάρη και οκνηρού άντρα, που δεν είναι ικανός ούτε ξύλα από το δάσος να φέρει στο σπίτι του, πηγαίνει στο βουνά αντί εκείνον κόβει και κουβαλάει ξύλα.
Τ' όνομα που του δίνεται στο τραγούδι που συνοδεύει το χορό είναι τρυγόνα. Οι κινήσεις του χορού παρουσιάζουν το κόψιμο των ξύλων, πράγμα που επίσης περιγράφει , και το τραγούδι: «έστεκεν και εποίνεν ξύλα».
Γι' αυτό κατατάσσεται στους αγροτικούς κατά πρώτο λόγο και κατά δεύτερο στους γυναικείους. Η γρήγορη εκτέλεση του, τόσο κατά τη πυκνότητα του ρυθμού όσο και τη ταχύτητα προσεγγίζει το τρομαχτόν.
Λετσίνα
Ο χορός αυτός κατατάσσεται στους τοπικούς ποντιακούς χορούς. Χορεύεται από τους Πόντιους ορισμένων περιοχών του Ανατολικού Πόντου και του Αντικαύκασου. Σήμερα είναι γνωστός σ' όλους τους πόντιους.
Η επικρατέστερη εκδοχή για το όνομα του είναι ότι προέρχεται από ένας είδος γερακιού - το λατσίν.Ο χορός δηλαδή μιμείται τις κινήσεις του πουλιού. Εξ άλλου μια απλή παρατήρηση στα χαρακτηριστικά βήματα της λετσίνας, σ' αυτόν το μοναδικό για ποντιακό χορό, χορευτικό βηματισμό, με το κάρφωμα των δακτύλων στο έδαφος, φέρνει στο νου τα γαμψά νύχια και το ράμφος του γερακιού.
Λέτση ή Λέτζη
Ο χορός αυτός κατατάσσεται , στους τοπικούς ποντιακούς χορούς. Χορεύεται από Πόντιους ορισμένων περιοχών, όπως του Αντικαύκασου. Θεωρείται περισσότερο παραλλαγή του χορού Λετσίνα, παρά ξεχωριστός χορός. Η μορφή αυτού του χορού έγινε ευρύτερα γνωστή το 1969 στο Παμποντιακό φεστιβάλ Καβάλας.
Η εικόνα του χορού- παρά το ότι διατηρεί βασικά χορευτικά χαρακτηριστικά της Λετσίνας, έχει τη δική της ιδιαιτερότητα.
Έχει τέσσερεις χορευτικές εικόνες.
Η πρώτη μεταφέρει το χορό προς τα αριστερά, όπως οι χορευτές βρίσκονται πιασμένοι ο ένας πίσω από τον άλλο και σκυμμένοι. Τα βήματα εναλλάξ.
Στη δεύτερη εικόνα ο χορός αλλάζει φορά προς τα δεξιά με απότομη στροφή και εκτέλεση δυο βημάτων.
Στη τρίτη εικόνα οι χόρευες ανορθώνονται ελαφρά και επιτόπου χωρίς μεταφορά του χορού.
Στην τέταρτη και τελευταία εικόνα περιλαμβάνονται τρία βήματα.
ΤΙΚ ΤΡΟΜΑΧΤΟΝ
Ο χορός αυτός έχει ίσως το γνησιότερο ποντιακό χαρακτήρα από όλους τους χορούς που χορεύονταν στη γενικότερη περιοχή του Πόντου. Στο χορό αυτό βρίσκει ίσως τελειότερη την έκφρασή της, όλη η μαγεία του ποντιακού χορού.
Ετυμολογικά η ονομασία του προέρχεται από το ρήμα τρομάζω - τρέμω, και με τη λέξη "τρομαχτόν" εννοείται το τρέμουλο ολόκληρου του σώματος, όταν ο χορευτής στηρίζεται στη μύτη του πέλματος κι ανεβοκατεβάζει την πατούσα.
Ο Παντελής Μελανοφρύδης σε σχετικά άρθρα του υποστηρίζει, ότι το τρομαχτόν τίκ προήλθε από τη Σέρρα. Κι αυτό επειδή η Σέρρα χορευόταν από ενόπλους χορευτές και οι Τούρκοι απαγόρευαν στους Έλληνες να φέρουν όπλα, αναγκάστηκαν οι Πόντιοι να χορεύουν μόνο το μέρος της Σέρρας που έμοιαζε με το τίκ, δηλαδή το τρομαχτόν.
Ο χορός αυτός φαίνεται να χορεύεται όλος επί τόπου. Στον Πόντο τον χόρευαν μόνο άνδρες και συνήθως στις περιοχές των Κοτυώρων και του Κάρς.
ΤΙΚ
Είναι κυκλικός, μεικτός χορός, η ονομασία του οποίου σημαίνει ολόρθα ( τίκια ), υπονοώντας τη στάση που παίρνουν οι χορευτές στη διάρκεια του. Επιπλέον, ενώ χορεύουν οι συμμετέχοντες, φωνάζουν τίκια ή έμορφα.
Άλλωστε η ορθή στάση των χορευτών αποδεικνύει την ελληνικότητα του συγκεκριμένου χορού, γιατί σε αντίθεση με τους ανατολικούς χορούς, οι ελληνικοί χοροί χορεύονται σε ορθή στάση. Και αυτό που κυρίως τους διακρίνει, όπως άλλωστε και τους αρχαιοελληνικούς είναι η μη κίνηση της μέσης.
Το τίκ όταν χορεύεται επί τόπου, ονομάζεται "σο γόνατον" ενώ άλλη μορφή του χορού είναι το "μονόν τίκ", χορός της περιοχής Ματσούκας. Αξίζει ν' αναφερθεί, ότι το τίκ χορεύεται και από τους Τούρκους, που ενώ ισχυρίζονται ότι ο χορός είναι τουρκικός, τον ονομάζουν απλώς χορόν.
Σερανίτσα ή Χαιρεανίτσα)
Είναι μεικτός, ομαδικός χορός. Το όνομά του προέρχεται από τη λέξη χερροίανα, διότι εικάζεται ότι επινοήθηκε ή χορευόταν αρχικά σ' αυτή την περιοχή.
Ο χορός έχει συνολικά 21 βήματα, τα οποία αν εξαιρέσουμε ορισμένες χορευτικές φιγούρες επαναλαμβάνονται συνεχώς, γι' αυτό ο συγκεκριμένος χορός ονομάζεται και εικοσιένα. Πριν αρχίσει ο χορός, οι χορευτές στέκονται σχεδόν σε στάση προσοχής, κρατώντας ο ένας το χέρι του επομένου. Το σώμα και το κεφάλι έχουν «λεβέντικη» στάση.
Σαρίκιουζ
Χορός του Πόντου παρόμοιος με την τρυγόνα αλλά πιο «ανοιχτός» σε ότι αφορά τα βήματα και τις φιγούρες. Για το σαρήκιουζ υπάρχουν συχνά διχογνωμίες ανάμεσα σε χορευτές και χορευτικές ομάδες.
Ορισμένοι θεωρούν ότι ο χορός προσφέρεται για σκηνική παρουσίαση αλλά αυτό δεν φαίνεται πιθανό γιατί ο χορός δε δίνει τη δυνατότητα στους χορευτές να κάνουν διαφορετικές φιγούρες ή παραλλαγές.
Ο αντίστοιχος τουρκικός χορός έχει παραπλήσια δύναμη, αλλά διαφορετικό όνομα, δίνει τη δυνατότητα στους χορευτές για διάφορες παραλλαγές. Επιπλέον ο χορός έχει έναν αρχηγό και η μουσική του η οποία είναι εντελώς διαφορετική από τη ποντιακή, αλλάζει από ένα σημείο και μετά.
Μια ενδιαφέρουσα χορογραφία δόθηκε από τον Νίκο Παλασίδη, χορογράφο και σήμερα καθηγητή ο οποίος επικέντρωσε το θέμα στο θερισμό. Σύμφωνα με την ερμηνεία του, η ξανθιά κοπέλα παριστάνει το στάχυ που βολοδέρνει στον αέρα.
Τις κινήσεις αυτές αναπαριστά μια χορεύτρια, όταν μπαίνει ο κύριος χορευτής μ' ένα δρεπάνι στο χέρι και αποπειράται να κόψει τη κοπέλα- στάχυ. Στη συνέχεια εμφανίζεται επί σκηνής ο χορός. Μπροστά πηγαίνουν άντρες, με δρεπάνια στα χέρια και με κινήσεις ρυθμικές «θερίζουν». Ταυτόχρονα μια άλλη κοπέλα, μ' ένα λαγήνι στο χέρι και ένα τάσι, προσφέρει εναλλάξ νερό στους χορευτές.
Εκείνοι πίνουν , σκουπίζουν τον ιδρώτα τους κ.τ.λ. Στο περιθώριο άλλες κοπέλες εκτελούν παρεμφερείς με το θερισμό εργασίες π.χ. κάποια καβαλάει καλάθι με τρόφιμα κ.λ.π.
Πυρρίχιος (Σέρα)
Χορός από ένοπλους άντρες. Ο χορός αποτελούσε μέρος της πολεμικής αγωγής που υποχρεώνονταν να πάρουν οι Δωριείς, γιατί μάθαινε στους πολεμιστές την απαραίτητη τάξη βάσει της οποίας μπορούσαν να γίνουν διάφοροι ελιγμοί στη μάχη.
Σύμφωνα με ορισμένους ο χορός αποτελούσε ουσιαστικά τη μίμηση μιας μάχης. Οι χορευτές έφεραν ασπίδα , ακόντιο ή ξίφος και συνήθως χόρευαν σε ζεύγη. Ειναι ο ζωηρός χορός και χορευόταν με τη συνοδεία αυλού. Διάφοροι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι σπάνια ο πυρρίχιος χορευόταν με τη συνοδεία λύρας και τραγουδιού.
Επίσης οι χορευτές μπορεί να ήταν πολλοί αλλά πάντοτε χόρευαν σε ζεύγη. Ο πυρρίχιος χορευόταν σε διάφορες θρησκευτικές γιορτές, ιδιαίτερα στις χώρες των Δωριέων. Στη Σπαρτή χορευόταν στη γιορτή των Διόσκουρων.
Στις μη δωρικές πόλεις ο πυρρίχιος χορευόταν με μετριασμένο το πολεμικό χαρακτήρα και ήταν χορός καθαρά ψυχαγωγικός. Ο πυρρίχιος μεταπήδησε στη Ρώμη και αποτέλεσε μέρος των Ρωμαϊκών γιορτών. Σύμφωνα με τη παράδοση ο χορός οφείλει το όνομα του στο μυθικό ήρωα Πύρριχο, ενώ κατ' άλλους το χορό εφεύρε ο γιος του Αχιλλέα Πύρρος.
Πατούλα
Από τους γνωστότερους χορούς σ' όλο τον Πόντο. Είναι χορός κυκλικός και χορεύεται από άνδρες και γυναίκες. Ο ρυθμός του προσομοιάζει με το διπάτ' με τη διαφορά ότι είναι γρηγορότερος και περισσότερο εύθυμος.
Το ύφος του φανερώνει ότι πρόκειται για χορό σχετιζόμενο με το έθιμο της απαγωγής. Εδώ, μόνο, που εξυπακούεται η εκούσια απαγωγή μιας κόρης που oι γονείς της αρνούνται να την παντρέψουν με το νέο που αγαπά.
Ο χορός ήταν γνωστός και με τ' όνομα "πιπιλομμάταινα", σύμφωνα με το τραγούδι που συνοδεύει τον χορό.
Κοτσαγκέλ ή «χαρά».
όπως ονομάζεται ό γάμος στην ποντιακή διάλεκτο, αρχίζει επίσημα το Σάββατο βράδυ, εξακολουθεί ολόκληρη την επόμενη Κυριακή μέ τραγούδια, χορούς και φαγοπότια και τελειώνει στα ξημερώματα της Δευτέρας. O τελευταίος χορός είναι «το κοτσαγγέλ'», πού συνοδεύεται μέ σχετικά τραγούδια.
Είναι χορός οδοιπορικός. H συντροφιά του γαμπρού «τ' άλλάι» μαζί μέ τα «αδέλφια τη νύφες», μέ την ευρεία έννοια του όρου (αδέλφια και εξαδέλφια), μέ τον λυράρη μπροστά, χορεύοντας το «κοτσαγγέλ'» και τραγουδώντας, επισκέπτονται την αυγή της Δευτέρας συγγενικά σπίτια.
Παίρνουν ή κλέβουν από το καθένα μια κότα. Μέ τις κότες αυτές γίνεται το τελευταίο γεύμα και τελειώνει ό γάμος. Σε πολλά μέρη του Πόντου το τραγούδι του «κοτσαγγέλ'» είναι αυτό, πού αναφέρεται στο γάμο ενός ξενιτεμένου, ό οποίος παντρεύτηκε μια «φραγκοπούλα».
Τονίζεται ή σημασία του γεγονότος, για να επισημανθεί τούτο σαν δραματικό περιστατικό αλλά και απαράδεκτο φαινόμενο για την παλιά εποχή. Ό ξενιτεμένος πρέπει να γυρίσει στην πατρίδα και να παντρευτεί κοπέλα από τη φυλή του.
Αρματσούκ- Ελμαρτσούκ
Χορός ο οποίος κατατάσσεται στου τοπικούς ποντιακούς χορούς. Χορευόταν από Πόντιους ορισμένων περιοχών του Καύκασου (Σοχούμ κ.ά.). Η ονομασία του Αρματσούκ προέρχεται από την τούρκικη λέξη «σαρματσούκ» που σημαίνει αναρριχώμενο φυτό. Σαρματσούκ στα ποντιακά θα πει κισσός.
Ο χορός αυτός έγινε γνωστός στην Ελλάδα τη δεκαετία του '60 από υποδείξεις γερόντων προσφύγων από τις περιοχές που αναφέραμε. Σχετικά με την ονομασία υπάρχουν δυο εκδοχές.
Η μια θέλει τον χορό Αρματσούκ φυτό - αναρριχώμενο και η δεύτερη τον θέλει ελματσούκ. Ελματσούκ στα τούρκικα σημαίνει «μικρό μήλο» ή «μικρή μηλιά». Οι υποστηρικτές της πρώτης άποψης στηρίζονται στη σχηματική παράσταση της εκτέλεσης του χορού που μοιάζει με τη διαδικασία αναρρίχησης των αναρριχώμενων φυτών. Η δεύτερη άποψη δεν τεκμηριώνεται παρά μονό στις προφορικές πληροφορίες.
Ανήκει στους χορούς του Αγροτικού βίου. Είναι κυκλικός , χωρίς να κλείνει ο κύκλος, δηλαδή υπάρχει επικεφαλής χορευτής , που οδηγεί την ομάδα. Έχει τρεις χορευτικές εικόνες. Το σύνολο των τριών χορευτικών εικόνων μοιάζει με τη πορεία αναρρίχησης των φυτών.
to kotsari den legete etsi oute apo ta "kotsa" vimata oute apo ta "kotsia"pou xreiazotan kapoios gia na to xwrepsei, alla apo thn leksi "kots" pou einai h fterna. kalo tha htan mia kalyterh enhmerwsh prin grapsoume kati h kaluterh evresh pigwn. Euxaristw polu. Kaltsidis Swkratis
ΑπάντησηΔιαγραφή