Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (του Νίκου Ζουρνατζίδη)

Οι 'Έλληνες του Πόντου εγκαταστάθηκαν στις ακτές της Μαύρης θάλασσας στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. Η πρώτη πόλη ήταν η Ηράκλεια, αποικία των Μεγαρέων, έπειτα η Σινώπη, αποικία των Ιώνων της Μιλήτου και μετά όλες οι υπόλοιπες πόλεις.
Ο κύριος όγκος άρχισε να έρχεται στην Ελλάδα το 1922 πάνω σε μια συμφωνία για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Μαζί τους έφεραν τα ήθη, έθιμα και τις παραδόσεις τους.Λέγοντας ήθη εννοούμε την ψυχική ποιότητα των ατόμων που αποτελούν μια κοινωνία.
Σαν έθιμα εννοούμε τις πράξεις που ενδιαφέρουν το σύνολο των ατόμων τα οποία κατοικούν σ' ένα τόπο. Οι πράξεις αυτές είναι κοινωνικά ή θρησκευτικά καθήκοντα, τα οποία είναι απαραίτητα για να διατηρηθεί ένα σύνολο.
Τα έθιμα διατηρούνται με την παράδοση και παραμένουν αναλλοίωτα σε κάθε λαό για μεγάλο χρονικό διάστημα, αν και πολλές φορές η κοινωνική μορφή, η οποία κατέστησε αναγκαία την εμφάνιση και ύπαρξη τους και τα δικαιολόγησε, πέρασε χωρίς να υπάρχει ελπίδα να επανέλθει.

Τα ήθη και έθιμα έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στη δημιουργία, διατήρηση και εξέλιξη του χορού.
Για τους Πόντιους ο χορός ήταν συνυφασμένος με τη ζωή τους. Από τα πρώτα τους βήματα μάθαιναν και χορό συμμετέχοντας στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις. Δεν υπήρχε συγκεκριμένη ηλικία κατά την οποία μάθαιναν χορό, ούτε ο χορός διδασκόταν από χοροδιδασκάλους όπως γίνεται σήμερα.
Ήταν προσωπική υπόθεση του κάθε παιδιού να αποφασίσει πότε θα μάθει και πότε θα πάρει το θάρρος να χορέψει δημόσια.
Οι πιο σημαντικές γιορτές που γίνονταν οι χοροί, ήταν όλες οι χριστιανικές: Χριστούγεννα, Πάσχα, Πρωτοχρονιά, Φώτα, το πανηγύρι του χωριού, ονομαστικές γιορτές κλπ.
Ο χορός το καλοκαίρι στηνόταν συνήθως στην πλατεία του χωριού όπου λάμβανε μέρος όλος ο κόσμος. Το χειμώνα που έκανε κρύο ή είχε ακατάλληλο καιρό, σε πολλά χωριά του Πόντου ο χορός γινόταν σε μια αίθουσα την οποία ονόμαζαν ΜΟΤΟΣ, (το πρώτο Ο αν το μεταβάλουμε σε Ε γίνεται ΜΕΤΟΣ=μετόχι), δηλαδή ήταν ένα οίκημα που ανήκε στην εκκλησία και στο οποίο γίνονταν οι διάφορες εκδηλώσεις (γάμοι, βαπτίσια, γιορτές κλπ).
Οι χοροί του Πόντου είναι κυκλικοί, εκτός του Κοτσαγκέλ. Δεν υπάρχει κορυφαίος όπως ακριβώς και στους αρχαίους κυκλικούς χορούς. Όταν χόρευαν πολλά άτομα μπορούσαν να σχηματίσουν πολλούς ομόκεντρους κύκλους.
Πολλές φορές ο χορός στηνόταν αυθόρμητα χωρίς καμιά ιδιαίτερη αιτία. Μοναδική προϋπόθεση ήταν η παρουσία μουσικού και η ψυχική διάθεση.
Το κάλεσμα για τους χορούς στα μικρά χωριά γινόταν με το άκουσμα των οργάνων ή διαδίδετο μεταξύ των χωρικών, ενώ στα μεγάλα βγαίνανε δύο-τρία παιδιά που διαλαλούσαν, (ντελάληδες), στους δρόμους το γεγονός.
Τα πανηγύρια συνήθως κρατούσαν δύο ημέρες, παραμονή και ανήμερα. Πολλές φορές όμως μπορούσε να συνεχιστεί για ημέρες από διαφορετικά άτομα, γυρνώντας από σπίτι σε σπίτι και από χωριό σε χωριό (το αίσθημα της φιλοξενίας ήταν και είναι πολύ ανεπτυγμένο στους Πόντιους).
Οι ποντιακοί χοροί είναι ομαδικοί γι' αυτό η έναρξη δεν γινόταν από ένα συγκεκριμένο άτομο αλλά από ομάδα ατόμων.
Στους ανοικτούς χώρους, όπου χόρευαν πάρα πολλά άτομα, τα όργανα στα οποία έδειχναν προτίμηση ήταν: ο ζουρνάς, το αγγείο ή τουλούμ (άσκαυλος) και το νταούλι, λόγω της μεγάλης ηχητικής έντασης των οργάνων αυτών. Εάν δεν υπήρχαν αυτά τα όργανα τότε χρησιμοποιούσαν μία ή και περισσότερες λύρες ταυτόχρονα.
Ας σημειωθεί ότι η λύρα είναι το πιο διαδεδομένο μουσικό όργανο στους Πόντιους.
Αυτά συνέβαιναν στον Ανατολικό Πόντο.
Στον Δυτικό Πόντο τα όργανα που χρησιμοποιούσαν περισσότερο ήταν: το βιολί, το κλαρίνο, ο ζουρνάς, το νταούλι και λιγότερο η λύρα.
Οι οργανοπαίχτες βρίσκονταν πάντα μέσα στον κύκλο. Πολλές φορές περιφέρονταν παρακολουθώντας τους χορευτές και ακολουθώντας το ρυθμό της μουσικής, για να μπορούν όλοι να ακούν διαδοχικά.
Όταν ο οργανοπαίχτης κουραζόταν, διάφορα νεαρά ως επί το πλείστον άτομα, τον έπαιρναν στους ώμους και τον περιέφεραν αυτά για να τον ξεκουράζουν. Οι μουσικοί που μπορούσαν να στήσουν χορό σε ανοικτούς χώρους ήταν περιζήτητοι, γιατί αυτό απαιτούσε μια ιδιαίτερη ικανότητα και δεν ήταν μόνο θέμα μουσικής δεξιοτεχνίας. Ο οργανοπαίχτης έπρεπε με το ύφος του, τις κινήσεις του και τις λεκτικές προτροπές του να μπορεί να ξεσηκώνει τους χορευτές.
Όταν ο μουσικός ήθελε να πληρωθεί από κάποιο άτομο, γονάτιζε παίζοντας μπροστά του και αυτός αν ήθελε, του κολλούσε στο μέτωπο με σάλιο ή του έβαζε στο στήθος ή στο όργανο διάφορα χαρτονομίσματα (καρσιλάεμαν). Αυτός ήταν συνήθως και ο τρόπος πληρωμής.
Όσοι δεν χόρευαν κάθονταν γύρω γύρω και παρακολουθούσαν, όπως τα άτομα προχωρημένης ηλικίας. Οι σεβάσμιοι, όπως ήταν ο παπάς, ο πρόεδρος (μουχτάρης), ο δάσκαλος και οι γέροντες συνήθως κάθονταν μέσα στον κύκλο, για να παρακολουθούν πιο άνετα.
Μερικές φορές ένα γλέντι τελείωνε με ένα καυγά στον οποίο μάλιστα, ορισμένες περιοχές έδωσαν και ειδική ονομασία (ΓΑΡΜΑΓΑΛ), και βέβαια δεν έλειπαν και οι τουφεκιές στον αέρα.


Στα παλιά χρόνια, πριν το 1900, σε πολλά χωριά στο εσωτερικό του Πόντου, οι κοπέλες σε ηλικία γάμου και οι νιόπαντρες δεν χόρευαν με τους άντρες σε δημόσιους χώρους, γιατί αυτό εθεωρείτο ντροπή. Ιδίως το να μπει μια παντρεμένη με τον άντρα της στο χορό και να της κρατάει κάποιος άλλος το χέρι, εθεωρείτο όχι πρέπον.
Οι ελεύθερες κοπέλες και οι αρραβωνιασμένες, όταν ο χορός γινόταν σε δημόσιους χώρους κρύβονταν πίσω από θάμνους ή ηλικιωμένες γυναίκες, γιατί ήταν ντροπή ακόμα και να βλέπουν. Βέβαια στην Τραπεζούντα και στις άλλες μεγαλουπόλεις, ήταν ο κόσμος πιο απελευθερωμένος.
Τα τραγούδια με τα οποία άρχιζε το γλέντι, ήταν ως επί το πλείστον τα επιτραπέζια, τα οποία δεν είχαν συγκεκριμένο δίστιχο, αλλά μπορούσαν να τραγουδούν διάφορα δίστιχα σε απεριόριστο αριθμό.
Οι βασικοί ρυθμοί του ποντιακού τραγουδιού είναι δύο: ο πεντάσημος ή 5/8 (τικ) και ο εννεάσημος ή 9/8 (ομάλ). Υπάρχουν όμως και άλλοι ρυθμοί. Ο στίχος αποτελείται από δύο ημίστιχα.
Τραγουδούσε πρώτα ένας το πρώτο ημίστιχο και μετά το επαναλάμβαναν όλοι μαζί. Το ίδιο συνέβαινε με το δεύτερο ημίστιχο. Βέβαια υπήρχαν και ολοκληρωμένα τραγούδια, τα οποία ανήκαν στον ακριτικό, στον ερωτικό κύκλο κλπ.
Η μεγαλύτερη ποικιλία τραγουδιών ήταν τα επιτραπέζια και μετά ακολουθούσαν τα τραγούδια σε χορό ομάλ και τικ.
Σε πολλά μέρη του Πόντου που συνόρευαν με άλλες περιοχές, υπήρξαν επιδράσεις και γι' αυτό παρατηρούμε να υπάρχει ο χορός με τα μαντήλια της Καππαδοκίας στους Μετεντζήδες, που συνόρευαν μαζί της και χρησιμοποιούσαν τα ίδια όργανα.
Στην περιοχή της Νικόπολης βρίσκουμε τους καρσιλαμάδες. Και μέσα στον Πόντο ζούσαν και άλλοι λαοί όπως Αρμένιοι, Λαζοί κλπ.
Ο Ανατολικός Πόντος συνορεύει με το σοβιετικό Καύκασο και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δεχθούν την επίδραση των χορών τους, έτσι ώστε σήμερα να μην γνωρίζουμε σε ποιους ανήκουν ορισμένοι χοροί που χορεύονταν εκεί από τους Ποντίους.
Εδώ γίνεται μια καταγραφή των χορών που χορεύτηκαν από Ποντίους, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους και από τις επιδράσεις που δέχτηκαν.

ΟΙ ΠΟΝΤΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ
Όταν μιλάμε για τους ποντιακούς χορούς και τα τραγούδια αλλά και για κάθε άλλο πολιτιστικό στοιχείο, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι:
Ποντιακό είναι κάθε τι που δημιουργήθηκε στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου με όλες τις επιδράσεις και τις παραλλαγές του. Είναι φανερό ότι στη διαμόρφωση των διαφόρων παραλλαγών, έπαιξαν σημαντικό ρόλο το φυσικό, πολιτιστικό και κοινωνικό περιβάλλον.
Ιδιαίτερα ο λαϊκός χορός που είναι δημιούργημα του λαού και άρα κυρίαρχο μέσο έκφρασης του, έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί προϋποθέσεις για προσέγγιση και αλληλογνωριμία των λαών.
Οι αγροτικές κοινωνίες όπως ήταν στον Πόντο ήταν ως επί το πλείστον κλειστές και ήταν εύκολο να κρατηθεί η αυθεντικότητα των παραδόσεων.
Αντίθετα, οι σημερινές βιομηχανικές κοινωνίες είναι ανοιχτές. Έτσι δίνουν τη δυνατότητα στις πόλεις να συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό ατόμων με τελείως διαφορετικά ήθη, έθιμα και παραδόσεις. Τα άτομα αυτά ζουν, εργάζονται και διασκεδάζουν στους ίδιους κοινωνικούς χώρους με αποτέλεσμα ο πολιτισμός τους να χάνει την ιδιαιτερότητα του και να αποκτά μια ενιαία κατά μείζονα λόγο μορφή.
Οι χοροί χάνουν την ιδιαιτερότητα που είχαν στην περιοχή προέλευσης τους. Η ποικιλία των ρυθμών τους περιορίζεται στο ελάχιστο, γίνονται πιο γρήγοροι αποτέλεσμα ίσως της εποχής της ταχύτητας όπως συμβαίνει σε όλες σχεδόν τις χώρες.
Στους ποντιακούς χορούς παρατηρούμε ακριβώς το ίδιο φαινόμενο που παρατηρείται και στις διάφορες περιοχές της Ελλάδας, δηλαδή μια μουσική να χορεύεται διαφορετικά από ένα χωριό στο άλλο και να έχει διαφορετική ονομασία ή μικρή μουσική παραλλαγή.
Ο Πόντος είναι μια από τις πλουσιότερες περιοχές σε ποικιλία χορών και τραγουδιών. Οι χοροί του υπερβαίνουν τους 40 και σίγουρα υπάρχουν και άλλοι που δεν έχουν καταγραφεί ακόμα. Ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία των ποντιακών χορών οφείλεται στο γεγονός ότι ο Πόντος χωρίζεται οριζόντια σε δύο μέρη από την οροσειρά του Παρυάρδη (Παρχάρ) που είναι συνέχεια της οροσειράς του Καυκάσου. Έτσι έχουμε τον Παραλιακό Πόντο και τον Μεσογειακό.
Πολλά ποτάμια εξάλλου ξεκινούν από το Νότο και κατευθυνόμενα προς Βορρά εκβάλλουν στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτό είχε σαν συνέπεια η επικοινωνία μεταξύ των περιοχών αυτών να είναι δύσκολη και πολύ περιορισμένη και να γίνεται μόνο σε μικρές περιόδους του χρόνου με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν διαφορετικοί χοροί και πολλές παραλλαγές.
Πολλοί από τους χορούς αυτούς, κυρίως του Δυτικού Πόντου, χάθηκαν και τούτο διότι:
Α) στον Δυτικό Πόντο πολλές περιοχές έχασαν βίαια το γλωσσικό τους ιδίωμα και αναγκάστηκαν να μιλούν τουρκικά, και
Β) τα μουσικά όργανα που ακούγονταν περισσότερο ήταν: το βιολί, το κλαρίνο και το ούτι με τα οποία τραγουδούσαν περισσότερο στα τουρκικά.
Όταν ήρθαν στην Ελλάδα οι Πόντιοι του Ανατολικού Πόντου που μιλούσαν ποντιακά και έπαιζαν λύρα, το κατ'εξοχήν ποντιακό μουσικό όργανο και βέβαια είχαν καλύτερους λυράρηδες, επεκράτησαν των δυτικών και αυτό είχε σαν συνέπεια να ατονήσουν τα τραγούδια και οι χοροί του Δυτικού Πόντου.
Ας σημειωθεί ότι και μερικοί χοροί του Ανατολικού Πόντου ατόνησαν.

Στον Ελλαδικό χώρο, μερικοί χοροί όπως το Κότσαρι, η Σερανίτσα (21), η Λετσίνα κλπ εχασαν τον τοπικό τους χαρακτήρα και χορεύτηκαν από όλους τους Ποντίους ενώ άλλοι, όπως οι χοροί Τάμσαρα, Τίταρα, Εταιρέ κλπ διατήρησαν την ιδιαιτερότητα τους.
Σήμερα η εκμάθηση των χορών στις μεν πόλεις γίνεται από τους Ποντιακούς Συλλόγους, το σύνολο σχεδόν των οποίων διαθέτει χοροδιδασκάλους και χορευτικά συγκροτήματα, στα δε χωριά που έχουν αμιγή Ποντιακό πληθυσμό μαθαίνονται μέσα από τη διασκέδαση, όπως δηλαδή γινόταν και στο φυσικό τους χώρο.
Και στα χωριά όμως που έχουν μικτό πληθυσμό χορεύονται περισσότερο οι ποντιακοί χοροί.
Επειδή οι Πόντιοι στην Ελλάδα δεν ζουν σε ένα ενιαίο και συγκεκριμένο χώρο, όπως στον Πόντο, όπου θα μπορούν να αναβαπτίζονται, θα πρέπει, αν θέλουν να διατηρήσουν την πολιτιστική τους ιδιαιτερότητα, να δείξουν ξεχωριστό σεβασμό στην κλασσική μορφή των χορών τους που ας μη λησμονούμε ότι είναι η κυριότερη συνιστώσα της λαϊκής παράδοσης.
Δυστυχώς πολλοί χοροδιδάσκαλοι δεν φαίνεται να κατανοούν αυτή την αναγκαιότητα. Έτσι παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της παραποίησης της παραδοσιακής μορφής των χορών εν ονόματι της «καλλιτεχνικής χορογραφίας».
Βέβαια μέσα σ'όλα αυτά μπορούμε να διακρίνουμε το γεγονός ότι σήμερα οι χοροί αφομοιώνονται πολύ πιο εύκολα και χορεύονται και από μη Ποντίους, πράγμα που ήταν πολύ δύσκολο όταν είχαν την παραδοσιακή τους μορφή.
Για τους ποντιακούς χορούς δεν υπάρχει εκτεταμένη βιβλιογραφία. Από τις πιο σημαντικές - αν όχι η σημαντικότερη δημοσιεύσεις, είναι η διατριβή του Κιλ Πάτρικ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Los Angeles η οποία δημοσιεύτηκε στην αγγλική γλώσσα σαν παράρτημα (12) του Αρχείου του Πόντου.
Σαν γενικά χαρακτηριστικά των ποντιακών χορών ο Κιλ Πάτρικ αναφέρει τα παρακάτω:
· Μικρά βήματα, δεν καλύπτεται μεγάλος χώρος.
· Τα πόδια κρατιούνται το ένα κοντά στο άλλο χωρίς να εκτείνονται πέρα από το σώμα γενικά πολύ περιορισμένα.
· Τα πόδια πιέζουν το έδαφος χωρίς να απομακρύνονται πολύ από αυτό.
· Ο πρωτοχορευτής δεν κάνει αυτοσχεδιασμούς που δεν μπορούν να γίνουν απ' τους υπόλοιπους. Έτσι αρκετές φορές οι χορευτές σχηματίζουν κλειστούς κύκλους.
· Τα βήματα των χορευτών είναι γενικά περίπλοκα, ιδιαίτερα στο γρήγορο ρυθμό.
· Δεν υπάρχει χτύπημα ποδιού, ή χτύπημα στο πάτωμα ή στο σώμα με το χέρι.
· Η κίνηση του κορμιού τονίζεται μερικές φορές με την κίνηση των ώμων.
· Η κάμψη και η περιστροφή του κορμιού είναι κοινή σε αρκετούς χορούς.
· Τα κρατήματα των χεριών αλλάζουν κατά τη διάρκεια του ίδιου χορού σύμφωνα με την μορφή του χορού και πρέπει να είναι ελεύθερα να κινούνται γρήγορα πίσω και μπροστά.
· Τα χέρια κρατιούνται κοντά στο σώμα έτσι ώστε να υπάρχει ελάχιστος κενός χώρος ανάμεσα στους χορευτές και περισσότεροι χορευτές να χορεύουν σε μικρότερο χώρο.
· Οι χορευτές κινούνται προς τα δεξιά σε πολλούς χορούς καθώς επίσης μπροστά και πίσω σε αρκετούς ή αποκλειστικά προς τα αριστερά.
· Απαλοί και έντονοι τρόποι κίνησης ασκούνται στον ίδιο χορό, ταυτόχρονα από διαφορετικούς χορευτές.
· Ο τρόπος κίνησης στους ποντιακούς χορούς ποικίλει από τα πιο άτονα, αργά, ξεκούραστα, αβίαστα, συρτά βήματα στα πιο έξαλλα, έντονα, με φυσικές (σωματικές) απαιτήσεις και βίαια βήματα και κινήσεις.
· Η μουσική συχνά παίζεται χωρίς χορό, το αντίθετο όμως δεν συμβαίνει ποτέ. Ακόμη, για την εκμάθηση των χορών θεωρείται καλύτερο κάποιος λυράρης να παίζει για τους χορευτές παρά να χρησιμοποιούν δίσκους ή κασέτες.
Και παρακάτω: «Στην αρχή ήταν η προσπάθεια να μάθω τα βήματα και μετά αφού τα έμαθα άρχισα να βαριέμαι και να γίνομαι ανυπόμονος. Απορούσα πως αυτοί οι άνθρωποι χόρευαν όλο το βράδυ και πως ένας τους χορός μπορούσε να διαρκέσει σχεδόν μία ώρα.
Συνήθισα στην Αμερική σε μεγαλύτερη ποικιλία χορών, σε γρηγορότερο ρυθμό, οι οποίοι δεν διαρκούσαν πάνω από 3 λεπτά.

Την τρίτη εβδομάδα της προσπάθειας μου άρχισα να καταλαβαίνω πως η ευκολία με την οποία μπορούσα να χορεύω, να ξεκουράζομαι και να απολαμβάνω την κίνηση ήταν εκπληκτική. Το αίσθημα της ζεστασιάς και της ένωσης με τους υπόλοιπους χορευτές ήταν μοναδικό και με έφερνε σε αμηχανία.
Αρκετά αργότερα άρχισα να καταλαβαίνω ότι ανακάλυπτα μ'ένα περιορισμένο αλλά πραγματικό τρόπο, μερικά σαν από υπνωτισμό αποτελέσματα που συνόδευαν πολλούς Ελληνικούς χορούς.
Βέβαια προέκυπταν αρκετές απορίες, όπως: πως όλοι οι χορευτές ήξεραν ότι ο
χορός τελείωνε προτού εγώ να καταλάβω ότι οι μουσικοί θα σταματούσαν; Οι χορευτές κατέβαζαν τα χέρια, γύριζαν στα τραπέζια τους, οι μουσικοί όντως είχαν σταματήσει και εγώ ήμουν ο μόνος που είχε μείνει στην πίστα.
΄Ακουγαν κάτι στη λύρα που εγώ δεν άκουγα. Όταν άρχισα τα μαθήματα για λύρα και είχα μάθει φωνητική μελωδία πάνω στη λύρα και σκέφτηκα ότι ο τρόπος (μουσικός) ήταν καθαρός, κατάλαβα ότι πολλοί ορχηστρικοί τόνοι έμοιαζαν να είναι τελείως έξω από την τροπική μορφή (μουσικοί) και συχνά ακούγονταν σαν λάθη όταν τους έπαιζα, ενώ ο δάσκαλος μου μπορούσε να τους δώσει έτσι ώστε να γίνονται τέλεια δεκτοί από τον κόσμο.
Όταν είδα πώς χόρευαν οι Πόντιοι τον Ελληνικό σκοπό που λέγεται «Αιγιώτισσα» δεν αναγνώρισα το χορό. Η «Αιγιώτισσα» είναι ένα Καλαματιανό σε 7/8, το οποίο διαιρείται σε ένα μακρύ και δύο σύντομα χτυπήματα δηλαδή 3-2-2.Στις ποντιακές ταβέρνες, η λύρα τόνιζε τον σκοπό σαν να ήταν 2-2-3 και οι χορευτές άρχιζαν με γρήγορα γρήγορα βήματα παρά με το αργό βήμα που συνδέεται με το τρίτο χτύπημα».
Aλλη εργασία σχετική με τους ποντιακούς χορούς είναι η δημοσίευση του Δ.
Κουτσογιαννόπουλου στον 28ο τόμο του «Αρχείου του Πόντου».
Μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Όλοι οι ποντιακοί χοροί χορεύονται από άνδρες και γυναίκες εκτός των χορών Τρομαχτόν, Λατσίνας, (προφανώς εννοεί την Λετσίνα), και Σέρρας τους οποίους χορεύουν μόνο άνδρες.
Οι γυναίκες χορεύουν κατά προτίμηση τους χορούς: Ομάλ, Τρυγώνα, Ομάλ Καρς και Πατούλα». 

Και πιο κάτω: Χορός Τρυγώνας:
«Παρθενικός χορός, φέρει τη σφραγίδα της παρθενικής ωραιότητας, χορεύεται από γυναίκες και συνοδεύεται από τραγούδι.
Για τον χορό Χαιρεανίτσας, χορός Παρθενικός σαν να τον συνέθεσε κάποιος αρχαίος λάτρης της θεάς Αρτέμιδος για να τον αφιερώσει εις τον βωμό της θεάς των Παρθένων. Χορεύεται από γυναίκες ως επί το πλείστον».
Από όλα αυτά βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο κος Κουτσιογιαννόπουλος είδε τους χορούς με μία ρομαντική διάθεση, γιατί όλοι οι χοροί είναι μικτοί εκτός των χορών Σέρρα και Μαχαίρια. 

Στον Ελλαδικό χώρο όμως και αυτοί χορεύονται από γυναίκες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah