ΤΑΪΓΑΝΙΟ

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

Η ΑΖΟΦΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΕΙΧΕ ΠΑΝΤΟΤΕ ιδιαίτερο ενδιαφέρον εξαιτίας της γειτνίασής της με εύφορες περιοχές. Αποτελούσε την έξοδο των εμπορευμάτων που κατέφθασαν από τον Βορρά και προορί­ζονταν για τα λιμάνια του Εύξεινου και της Μεσογείου. Στη μεταφορά των εμπορευ­μάτων η συμβολή του ποταμού Δον ήταν μεγάλη, γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο που ση­μαντικές πόλεις σχηματίσθηκαν κοντά στις εκβολές του ποταμού και στα παράλια της Αζοφικής. 
Το Ροστόφ, το Ταϊγάνιο, η Μαριούπολη ήταν, ασφαλώς, οι σπουδαι­ότερες ανάμεσά τους. Κατ’ αναλογία ήταν εύλογη η εγκατάσταση Ελλήνων σ’ αυτές τις πόλεις. Αποίκησαν τις συγκεκριμένες περιοχές, όταν η τσαρική Ρωσία κατέκτησε τα εδάφη της Αζοφικής στη διάρκεια των Ρωσοτουρκικών Πολέμων.
Η κλειστή θάλασσα του Αζόφ δεν ήταν η πιο κατάλληλη για την πλεύση των εμπορικών πλοίων. Ήταν πολύ αβαθής και αυτό ενείχε πολλούς κινδύνους προσάραξης του σκάφους. Οι λιμενικές αρχές φρόντιζαν να τοποθετούν σημα­δούρες σε τακτά διαστήματα, ώστε να διευκολύνουν το ταξίδι, αλλά το πρό­βλημα ήταν σχεδόν ανυπέρβλητο. Η θά­λασσα γινόταν ρηχή όσο πλησίαζες στις ακτές. Συνεπώς, το δέσιμο των πλοίων στην αποβάθρα των λιμανιών της Αζο­φικής ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο.
 Τα σκάφη έδεναν στα βαθύτερα νερά, αρ­κετά μίλια από την ακτή. Τη φόρτωση και την ξεφόρτωσή τους την αναλάμβαναν φορτηγίδες με μικρό βύθισμα. Φυσικό επακόλουθο αυτής της διαδικασίας ήταν το υψηλό κόστος, η καθυστέρηση στην αναχώρηση, αλλά και ο κίνδυνος απάτης, αφού ανάμεσα στη φόρτωση στην απο­βάθρα και στην οριστική τοποθέτηση στα αμπάρια του σκάφους μεσολαβούσε ικα­νή απόσταση. 
Το άλλο μεγάλο πρόβλημα ήταν το πάγωμα των νερών. Εξήντα, ακό­μη και ενενήντα ημέρες η Αζοφική Θά­λασσα ήταν αποκλεισμένη από τους πά­γους, τα λιμάνια απρόσιτα και όσα πλοία δεν είχαν προλάβει να αναχωρήσουν, δέ­σμια του καιρού περίμεναν υπομονετικά το λιώσιμο των πάγων. Τότε οι ναυτικοί, μην έχοντας τίποτα άλλο να κάνουν, γυρνούσαν στις ταβέρνες άλλοτε με εκνευ­ρισμό και διάθεση για τσακωμό, άλλοτε διασκεδάζοντας και μεθυσμένοι.
Τανγανρόγκ (παλαιότερα Ταϊγάνιορωσ. Таганрог)
Υπήρχαν και άλλα προβλήματα στο ταξίδι του πλοίου από και προς την Αζο­φική. Στον δρόμο του για το Κερτς, λι­μάνι στη Νοτιοανατολική Κριμαία ση­μείο εξόδου από την Αζοφική, το πλοίο φορτωμένο με σιτάρι από τη ράδα π.χ. του Ταϊγανίου, έπρεπε να ξεφορτώσει το φορτίο [να λιμπάρει στη ναυτική γλώσ­σα], προκειμένου να σηκωθεί, ώστε να περάσει άφοβα τη μπάρα που έκλεινε το στενό του Γενικαλέ. Διαφορετικά, το πλοίο θα «κάθιζε» στον πυθμένα, με τις ανάλογες συνέπειες. Βεβαίως, όλα αυτά δημιουργούσαν προβλήματα με αποτέ­λεσμα επιπλέον έξοδα. 
Στα τέλη του αι­ώνα οι ρωσικές αρχές προχώρησαν σε ένα σπουδαίο έργο. Δημιούργησαν διώρυγα ανάμεσα στο Κερτς και το Γενικαλέ μή­κους 30 μιλίων, περίπου, μέσω της οποίας τα ατμόπλοια και τα ιστιοφόρα με πλοη­γούς ρυμουλκά περνούσαν απρόσκοπτα το στενό στο στόμιο της Αζοφικής.
Υπήρχε και η καραντίνα, η αναγκαία κάθαρση των ταξιδιωτών από μολυσματικές ασθένειες προτού καν μπουν στη θά­λασσα του Αζόφ. Μόλις το πλοίο έφτανε στο Κερτς, υποχρεωνόταν να σταθμεύσει στο λοιμοκαθαρτήριο. Ο φόβος για τις επιδημικές αρρώστιες ήταν μεγάλος και προερχόταν, κυρίως από την επικοινω­νία με τα λιμάνια της Οθωμανικής Αυτο­κρατορίας. Ακολουθούσε η μέθοδος του καπνίσματος των ρούχων και των εμπο­ρευμάτων. Και οι άνθρωποι έμεναν απο­μονωμένοι μέσα στο κτίριο για πολλές ημέρες, ανάλογα με την έξαρση που πα­ρουσίαζαν οι επιδημίες τη συγκεκριμένη περίοδο.
 Έτσι όταν το πλοίο έμπαινε στην Αζοφική «ελευθεροκοινωνούσε», όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής και μπορούσε με «καθαρά» χαρτιά να προ­σεγγίσει σε οποιαδήποτε ράδα.
Το πρώτο λιμάνι στην Αζοφική που αναπτύχθηκε εμπορικά, ήταν το Ταϊγάνιο. Αυτός ήταν ο λόγος που προσείλκυσε πολλούς ξένους μετανάστες, ανάμεσά τους και αρκετούς Έλληνες, πρόσφυγες των Ρωσοτουρκικών Πολέμων. Το Ταϊγάνιο είχε ιδρυθεί το 1698 από το Μεγάλο Πέτρο, μετά την κατάληψη της Αζοφικής Θάλασσας από το ρωσικό στρατό. Όμως, οι Τούρκοι επανέκτησαν την περιοχή το 1711 και τη διατήρησαν μέχρι τον πρώτο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο (1768-1774), μετά τον οποίο οι Ρώσοι της Αικατερίνης ανακατέλαβαν την πόλη και τη γύρω περιο­χή.
 Οι Έλληνες έφθασαν στο Ταϊγάνιο το 1775, σχεδόν με το τέλος του πολέμου. Ήταν η κατάληξη ενός μακρινού ταξιδιού που είχε αφετηρία την Πελοπόννησο και τα νησιά του ελλαδικού χώρου. Προσω­ρινή διαμονή η Κριμαία, μόνο που εκεί δεν επαρκούσαν οι διαθέσιμες γαίες προς διανομή. Ο πρίγκιπας Ποτέμκιν διέταξε τις Αρχές του Αζόφ να διευκολύνουν την εγκατάσταση των προσφύγων στο Ταϊγάνιο. Πράγματι, εκατοντάδες ξενι­τεμένων έστησαν παραπήγματα σε κε­ντρικά σημεία της πόλης, στην οδό των Ελλήνων (Γκρετσέσκαγια ούλιτσα). 
Στην πόλη συγκροτήθηκε στρατιωτικό σώμα έτοιμο προς δράση, είτε στους πολέμους της αυτοκρατορίας, είτε στον ξεσηκωμό του Γένους. Στον γειτονικό ποταμό Μιούς, στήθηκε ο στρατιωτικός καταυλι­σμός, μέχρι το 1783, όταν η στρατιωτική φάλαγγα των Ελλήνων μετακινήθηκε προς τη Μπαλακλάβα της Κριμαίας, και συναποτέλεσε το στρατιωτικό τάγμα που έλαβε μέρος και στον Κριμαϊκό Πόλεμο στο πλευρό των Ρώσων.
Από αυτούς τους πρώτους πρόσφυγες του Ταϊγανίου, οι περισσότεροι ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια των γαιών που τους παραχωρήθηκαν, ενώ άλλοι στράφη­καν συγχρόνως προς το εμπόριο. Ο Αλφιεράκης, ο Βερναρδάκης, ο Χουλιάρας, ο Καραγιάννης, ο Φλούκης, ο Στάσης, λίγο αργότερα και ο Βαρβάκης κ.ά. έγιναν σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες στην αναπτυσσόμενη πόλη. Απέκτησαν τον τίτλο του ευγενή, πολύ σημαντική ιδι­ότητα για τη ρωσική κοινωνία της επο­χής, μια κοινωνία με έντονο το στοιχείο των κοινωνικών ιεραρχιών. Αυτοί οι πρώ­τοι ομογενείς έχτισαν ωραίες κατοικίες, εξοχικά σε κατάφυτες περιοχές ή κοντά στις πανύψηλες ακτές της Αζοφικής.Η πόλη έμοιαζε με απόρθητο οχυρό, άλλωστε αυτός ήταν ο σκοπός του Μ. Πέτρου, όταν αποφάσισε την ίδρυση του Ταϊγανίου. Η πεδιάδα της γειτονικής ενδοχώρας και η Αζοφική δημιουργούσαν ένα ευχάριστο κλίμα. Η πολεοδομική όψη έδινε στον επισκέπτη την αίσθηση μιας φροντισμένης πόλης, πάνω απ’ όλα όμως ήταν τα δέντρα στους δρόμους που προκαλούσαν ωραίο θέαμα και δρόσιζαν τους κατοίκους. Στην παραλία φορτωμένες μπάρζες με σιτηρά στην αποβάθρα περίμεναν την εντολή από κάποιον ναυλωτή για να μεταφέρουν το προϊόν στα ανοι­χτά. Το λιμάνι πολύβουο και πολυάσχολο δικαιολογούσε τη φήμη του ως το σημα­ντικότερο εμπορικό κέντρο του Αζόφ και ένα από τα μεγαλύτερα σε δραστηριότητα στην ανατολική Μεσόγειο. Τα πλοία ήταν ελλιμενισμένα, σχεδόν, 30 μίλια στα ανοι­χτά και οι ναυτικοί έβγαιναν καθημερινά με τις λέμβους στην αποβάθρα, όχι μόνο για τις απαραίτητες διατυπώσεις στο λι­μεναρχείο και το τελωνείο, αλλά και για να διασκεδάσουν για να ξεφύγουν από τη ρουτίνα της ζωής στο πλοίο.
 Το Ταϊγάνιο σταδιακά πήρε όψη σύγχρονης πόλης. Πεζοδρόμηση, λιθοστρωμένοι δρόμοι και δημόσια κτίρια ήταν έργα των ρωσικών αρχών. Μοναδικό αδιέξοδο η αποβάθρα. Όσες προσπάθειες έγιναν για την εκβά­θυνση του λιμανιού κατέληξαν άκαρπες, παρά τις υψηλές δαπάνες που καταβλή­θηκαν. Το πρόβλημα το δημιουργούσε ο Δον που κατέβαζε τόνους λάσπη και τη διοχέτευε στην Αζοφική Θάλασσα. Οι πάγοι και οι βροχοπτώσεις του χειμώνα ήταν οι αιτίες του προβλήματος. Όπως εί­ναι φυσικό η αδυναμία ελλιμενισμού των ατμοπλοίων στην αποβάθρα του Ταϊγανίου, προξενούσε μεγάλα εμπόδια στην εμπορική ανάπτυξη του λιμανιού. Το υψηλό κόστος στη φόρτωση του εμπο­ρεύματος στα πλοία ήταν ασφαλώς το μεγαλύτερο. Στις αρχές του 20ού αιώνα εκπονήθηκε ένα φιλόδοξο σχέδιο που στόχευε στην κατασκευή διώρυγας μή­κους, περίπου, 40 μιλίων, από τα βαθύ­τερα της Αζοφικής μέχρι το λιμάνι του Ταϊγανίου.
 Οι Αρχές ήταν διατεθειμένες να στηρίξουν οικονομικά το προϋπολογιζόμενο υψηλό κόστος των 14 εκατομμυ­ρίων ρουβλίων, που θα αναλάμβανε γαλ­λική κατασκευαστική εταιρεία. Όμως, οι έντονες αμφισβητήσεις για την αποτελεσματικότητα του έργου, για τη δυνατότη­τα δηλαδή να υπερπηδηθούν τα προβλή­ματα που προκαλούσε ο Δον, ανέστειλαν την κατασκευή του έργου.
Ελληνικό μοναστήρι στο Ταϊγάνιο
Οι ομογενείς ενδιαφέρθηκαν αμέσως με την εγκατάστασή τους για την ίδρυση ναών. Έλαβαν προς τούτο ειδική άδεια από τον μητροπολίτη Χερσώνος και Σλαβινίου Ευγένιο Βούλγαρη, όπως και από τον διάδοχό του Νικηφόρο Θεοτόκη. Επιτροπή την οποία σχημάτισαν οι Γεώρ. Τριανταφυλλίδης, Δημ. Πινιατόρος, Γεώρ. Τούνης, Αναστ. Βούλγαρης, Δημ. Παλαμάρης, Εμμ. Κοτσινάκης, καπετάν Γεώρ. Οικονόμος, Παναγ. Σμυρίλος, Γεώρ. Κρανιώτης, Ιωάν. Ρωσσέτης, Παν. Ασλανίδης συγκέντρωσε χρήματα, με τα οποία κατασκευάστηκε ξύλινος ναός.
 Στη θέση του το 1820 έγιναν τα εγκαίνια του ιερού ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Μέχρι την επικράτηση της Επανάστασης υπήρχε ειδική απόφαση της Μητρόπολης Εκατερίνοσλαβ και Ταϊγανίου με την οποία επιτρεπόταν κατ’ εξαίρεση να ιερουργούν Έλληνες ιερείς στο ναό. Λίγο νωρίτερα το 1814, με χορηγό τον Ιωάννη Βαρβάκη κατασκευάστηκε ο ναός της Αγίας Τριάδας που περιήλθε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Ιερο­σολύμων. Μάλιστα, το προσωπικό αυτής της ιεροσολυμικής εκκλησίας διοριζόταν με απόφαση του Πατριάρχη Ιεροσολύ­μων και προερχόταν από τους μοναχούς του Παναγίου Τάφου.
Στον τομέα της εκπαίδευσης των Ελ­λήνων του Ταϊγανίου η μέχρι τώρα έρευ­να δεν έχει αποδώσει σημαντικά αποτε­λέσματα, γι’ αυτό και λίγα πράγματα είναι γνωστά. Στον περίβολο του ναού των Αγί­ων Κωνσταντίνου και Ελένης είχε κτισθεί ελληνικό σχολείο, ο στόχος του οποίου ήταν η παιδεία των νεαρών ομογενών στο στάδιο της προετοιμασίας για πε­ραιτέρω μόρφωση. Επρόκειτο, δηλαδή, για σχολείο που ο ρόλος του περιοριζόταν στην εκμάθηση των βασικών ελληνικών γραμμάτων στους ελληνόπαιδες, αλλά και γενικότερα σε νέους του Ταϊγανίου. 
Ανδριάντας του  Άντον Τσέχοφ
Σ’ αυτό το σχολείο φέρεται ότι φοίτησε και ο Άντον Τσέχωφ σε παιδική ηλικία, ο σπουδαίος Ρώσος λογοτέχνης που γεννήθηκε στο Ταϊγάνιο. Μάλιστα, υπάρχει δι­άχυτη εντύπωση, ότι ο Τσέχωφ βρέθηκε πολύ κοντά στους Έλληνες και ότι προο­ριζόταν από τους γονείς του να μαθητεύ­σει τις τεχνικές του εμπορεύεσθαι στον οίκο των Σκαραμαγκάδων. Το σχολείο έπαυσε να λειτουργεί ως ελληνικό το 1897 και εξομοιώθηκε με τα ρωσικά σχολεία. Στη θέση του η Ελληνική Κοινότητα του Ταϊγανίου ίδρυσε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο σε κτίριο που δώρισε ο Μυτιληνιός ομο­γενής Νικόλαος Κομνηνάκης, πρόεδρος της Κοινότητας στα 1900. 
Η σχολή είχε 90 μαθητές στα πρώτα χρόνια της λει­τουργίας της και διευθυντής της ήταν ο Αδαμάντιος Αδαμαντίδης, φιλόλογος με προηγούμενη παρουσία στο σχολαρχείο του Πειραιά. Την ίδια εποχή δίδασκαν και οι Ματθαίος Παπαδόπουλος, Σπυρί­δων Βλάχος και Κωνσταντίνος Σβορώνος. Αλλά το σχολείο λειτουργούσε μόνο για τους άρρενες. Τα κορίτσια που ενδιαφέρονταν για τις στοιχειώδεις σπουδές, όφειλαν να παρακολουθήσουν μαθήματα σε ρωσικά σχολεία. Επομένως δεν ήταν άδικη, η μάλλον κοινή αίσθηση στους αν­θρώπους της εποχής, ότι η ελληνική παι­δεία ήταν ανεπαρκέστατη στο Ταϊγάνιο και την ευρύτερη περιοχή της Αζοφικής Θάλασσας και αυτό το γεγονός χρεωνό­ταν στην αδιαφορία των ελληνικών κρα­τικών αρχών. Εκεί, μάλιστα, αποδιδόταν η έντονη τάση εκρωσισμού σε σημαντική μερίδα ομογενών.
Ο ρόλος της Κοινότητας της «Ευεργε­τικής Αδελφότητος», όπως ονομαζόταν ήταν σημαντικός στα δημόσια πράγματα της πόλης. Συμμετείχαν όλοι οι ελληνι­κής καταγωγής κάτοικοι του Ταϊγανίου, άσχετα με την υπηκοότητα που είχαν στο μεταξύ υιοθετήσει. Καθένας υποχρεωνό­ταν στην καταβολή εισφοράς τουλάχιστον 5 ρουβλίων, Εννοείται ότι οι ευπορότεροι συνεισέφεραν υψηλότερα ποσά. Είναι ευκρινές, πάντως, ότι η οργάνωση των Ελλήνων στο Ταϊγάνιο είχε περισσότερο δημοκρατικό χαρακτήρα από την αντί­στοιχη της Οδησσού. 
Η τελευταία, όπως είδαμε, ήταν οργάνωση μιας κοινωνικής ελίτ, εκείνων των ομογενών που ανήκαν στην αστική τάξη της πόλης. Σε αντίθεση η Κοινότητα του Ταϊγανίου περιλάμβανε όλους τους Έλληνες αδιακρίτως εισο­δήματος και περιουσίας. Το Διοικητικό Συμβούλιο στα 1900 αποτελούσαν οι Ν. Κομνηνάκης, Ν. Διβάρης, Π. Σακελλαρίδης, Π. Συνοδινός, X. Αντωνιάδης, I. Σιφναίος και Μ. Μαυρογορδάτος. Η Δι­οίκηση της «Ευεργετικής Αδελφότη­τος» επιδείκνυε σταθερά συνεργατική διάθεση με τις επίσημες τοπικές αρχές. Ο δήμος Ταϊγανίου διαχειριζόταν σημα­ντικά κονδύλια των κληροδοτημάτων που είχαν αφήσει εύποροι ομογενείς, οι οποί­οι είχαν συνδέσει την ευημερία τους με την εμπορική ανάπτυξη του Ταϊγανίου. 
Το κληροδότημα του Βεναρδάκη ύψους 10.000 ρουβλίων, του Ζαχάρωφ 1.429 ρουβλίων, του Σκίζερλη 5.345 ρουβλίων. Ακόμη ο Περίδης είχε δωρίσει 14.500 ρούβλια για την ανέγερση νοσοκομείου και ο Διαμαντίδης 2.000 ρούβλια για υπο­τροφίες. Το Τυπάλδειο Άσυλο είχε ιδρυ­θεί με χρήματα του Γεράσιμου Τυπάλδου το 1824 με σκοπό την περίθαλψη Ελλή­νων ομογενών. Ο Τυπάλδος είχε δωρίσει 100.000 ρούβλια, με την υποχρέωση το Άσυλο να περιθάλπει ανήμπορους ναυτι­κούς και ναυαγούς κατά προτίμηση ελλη­νικής καταγωγής. Κοινό γνώρισμα όλων αυτών των ευεργετικών πράξεων ήταν ότι προέρχονταν από αρχικούς οικιστές της πόλης. Ήταν μια έμμεση απάντηση στον τόπο και τους ανθρώπους του για τη φι­λοξενία που πρόσφεραν απλόχερα στους Έλληνες πρόσφυγες του Ταϊγανίου. Είναι αλήθεια, ότι οι μεταγενέστεροι ομογενείς σε μικρότερο βαθμό συνέχισαν τη φιλάνθρωπη συμπεριφορά των προγόνων τους προς το Ταϊγάνιο. 
Προτιμούσαν να ευεργετούν την πατρίδα τους και την Ελ­λάδα Μικρή εξαίρεση το κληροδότημα του ομογενούς από τη Σαντορίνη Επαμεινώνδα Αλαφούζου, ο οποίος υπήρξε δωρητής στο Νοσοκομείο του Ταϊγανίου στα τέλη του 19ου αιώνα και έκτοτε δύο κλίνες προορίζονταν για Έλληνες. 
Η εξή­γηση είναι μάλλον ευκολονόητη. Στην πρώτη περίπτωση, δηλαδή στη φάση των οικιστών της πόλης του Ταϊγανίου, δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί ελληνικό κράτος και κατά συνέπεια η ταύτιση με το ρωσικό περιβάλλον ήταν εύλογη και δεδομένη. Στη δεύτερη περίπτωση που χρονικά έχει την αφετηρία της στην ίδρυ­ση του ελληνικού κράτους, οι αναφορές στο εθνικό κέντρο και η διασύνδεση με την ιδιαίτερη πατρίδα είναι προφανείς, γεγονός που κατευθύνει το μεγαλύτερο μέρος των φιλανθρωπιών προς τη γενέ­τειρα γη.
Το εμπόριο της Αζοφικής πήρε το δρόμο της μεγάλης ανάπτυξης μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856). Σε αντίθε­ση το εξαγωγικό εμπόριο της Οδησσού σημείωσε σχετική κάμψη. Υπάρχουν πολλοί λόγοι σ’ αυτή την εξέλιξη. Πρώ­τον ο γενικός αναπροσανατολισμός των απαιτήσεων των δυτικών κοινωνιών στην κατανάλωση σιτηρών. Η Ρωσία παρήγαγε κατά γενική ομολογία σιτάρι χαμηλό­τερης ποιότητας από το αντίστοιχο προϊ­όν των ΗΠΑ. Μετά το 1860 πλήθυναν οι εμπορικές ανταλλαγές ανάμεσα στη δυτι­κή Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική· κατά συνέπεια, τα ρωσικά αγροτικά προϊόντα, που κατά παράδοση εξάγονταν μέσω του λιμανιού της Οδησσού, μειώθηκαν. 
Ανδρέας  Τυπάλδος με την σύζυγο του
Δεύ­τερο και κυριότερο σε ό,τι αφορά στην άνοδο των λιμανιών της Αζοφικής, η παραγωγή του σιταριού υψηλής ποιότη­τας Ghirka στις σιτοφόρες περιοχές της βόρειας ενδοχώρας, στις επαρχίες του Voronej και του Saratov ήταν η βασικό­τερη αιτία που ευνόησε το εμπόριο της θάλασσας του Αζόφ. Πρόκειται για ποι­κιλία που είχε υψηλή ζήτηση στην αγορά του Λονδίνου για την παρασκευή ψωμιού των ανωτέρων στρωμάτων της βρετανι­κής κοινωνίας. Κατά κάποιον τρόπο τα λιμάνια του Αζόφ κέρδισαν έδαφος στον συναγωνισμό τους με την Οδησσό.
Αυτές οι εξελίξεις οδήγησαν σε νέες μεταναστεύσεις στις εμπορικές πόλεις της Αζοφικής θάλασσας. Στο Ταϊγάνιο στα μέσα, περίπου, του 19ου αιώνα εντο­πίζεται ένα νέο μεταναστευτικό ρεύμα από Έλληνες. Η διαφορά σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι τώρα πρόκειται αμιγώς για οικονομική μετανάστευση, αφού οι αιτίες που προκάλεσαν τις μετακινή­σεις ήταν κατ' εξοχήν οικονομικές, ήταν δηλαδή η προσδοκία για ευνοϊκές εμπο­ρικές επιχειρήσεις. Ο ελληνικός πληθυ­σμός που συγκεντρώθηκε, ασχολήθηκε στο μεγαλύτερο βαθμό με το εμπόριο των σιτηρών και κατά δεύτερο λόγο με τις ει­σαγωγές ξένων βιομηχανικών αγαθών ή αγροτικών προϊόντων των νησιών του Αρχιπελάγους, όπως ελιές, λάδι, ξερά φρούτα.
Αρκετοί από τους νέους μετανάστες κατάγονταν από τα Επτάνησα, ορισμέ­νοι από τα νησιά του Αιγαίου, τη Χίο και τη Μυτιλήνη. Όλοι τους δημιούργησαν σπουδαίους εμπορικούς οίκους με εκτε­ταμένη δικτύωση στα οικονομικά και εμπορικά κέντρα της εποχής κατά το πρότυπο που λειτουργούσαν οι Έλλη­νες έμποροι στις παροικίες του εξωτερι­κού ήδη από το τέλος του ι8ου και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
 Υπο­καταστήματα στο Ταϊγάνιο, το Ροστόφ, τη Μασσαλία, το Λονδίνο και αλλού ήταν κομβικά σημεία στον χάρτη των εμπο­ρικών επιχειρήσεων των Ελλήνων της Αζοφικής. Στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα ένα αξιόλογο τμήμα των Ελλήνων μεγαλεμπόρων της Αζοφικής στράφηκε στην απόκτηση ατμοπλοίων. Προσπάθησαν με αυτό τον τρόπο και κατάφεραν να ισοσκελίσουν τις απώλειες κερδών από την πτώση της εμπορικής κίνησης των σιτηρών.
Στις παραμονές του A' Παγκοσμίου Πολέμου ο ελληνισμός του Ταϊγανίου έφτανε τα 1.283 άτομα σε συνολικό πλη­θυσμό 66.721 κατοίκων, 696 άνδρες και 587 γυναίκες, σύμφωνα τουλάχιστον με τους καταλόγους της ενορίας του ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Αρκετοί όμως - όπως αναφέρεται σε έκ­θεση του Έλληνα προξένου στο Ταϊγάνιο - δεν διατηρούσαν κανένα στοιχείο ελλη­νικότητας πλην του πατρογονικού ονόμα­τος. Κατά τα άλλα είχαν ενστερνισθεί σε μεγάλο βαθμό τα ήθη και τις νοοτροπίες των Ρώσων, πολλοί είχαν πλήρως εκρωσισθεί.
 Όπως ήδη αναφέραμε, ορισμέ­νοι απέδιδαν αυτή την αρνητική εξέλιξη για τον ελληνισμό στην αδιαφορία των ελληνικών αρχών να συνδράμουν στην εκπαίδευση των ελληνόπαιδων. Παρά το γεγονός ότι οι προξενικές αρχές τόνιζαν κατάλληλα και συχνά την προφανή έλ­λειψη της ελληνικής παιδείας στο Ταϊγάνιο, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, δεν έγινε καμία ενέργεια που να επιλύσει το πρόβλημα. Τα ελληνόπουλα των χαμη­λών κοινωνικών στρωμάτων παρακολου­θούσαν μαθήματα σε ρωσικά εκπαιδευ­τήρια, με επακόλουθο να υιοθετούνται οι ρωσικές συνήθειες και τα έθιμα. Οι γόνοι της ανώτερης τάξης των ομογενών έβρι­σκαν διέξοδο στα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, κυρίως στη Γαλλία και την Αγγλία.

Εννοείται ότι οι Έλληνες ομογενείς κυριαρχούσαν σε όλο τον 190 και τις αρχές του 20ού αιώνα στις εμπορικές και ναυτι­λιακές δραστηριότητες του Ταϊγανίου και γενικότερα της Αζοφικής. Οι οίκοι των Δημ. Α. Νεγρεπόντη, Δ. Διαμαντίδη, Παν. Συνοδινού, Ευστ. Σφαέλλου, Ιωάν. Θ. Σιφναίου, Αδελφών Σιφναίου, Π. Κομνηνάκη, Πολ. Κανάκη, Α. Μηλιαρέση, Π. Σακελλαρίδη, ήλεγχαν το σιτεμπόριο και τις εξαγωγές των σιτηρών. Χαρακτη­ριστικά σε κατάλογο εξαγωγέων σιτηρών του 1911 ο οίκος των Αδελφών Σιφναίου ερχόταν δεύτερος σε ύψος εξαγωγών, η εταιρεία «Προμηθεύς» που διεύθυναν οι Ιωάννης Σιφναίος και Σίμων Καμπάς ήταν τρίτη. 
Στον ίδιο κατάλογο εμφανίζο­νται οι Δ. Νεγρεπόντης, Α. Μουσούρης, I. Θανόπουλος, Α. Ρούσσος, I. Ρούσσος, Δ. Διαμαντίδης & Σία, Α. Μηλιαρέσης, X. Βαλσαμάκης κ.ά. Στις εισαγωγές προϊόντων πρωταγωνιστούσαν οι οίκοι των Αδελφών Σιφναίου, των Κανάκη- Αντωνιάδη και των Καμπά-Μαρή.
Ο Κων. Σβορώνος και οι Υιοί Σωκρ. Σβορώνου, ήταν οι μεγαλύτεροι ιδιοκτή­τες ρυμουλκών και πλοιαρίων, αλλά και πολλοί Έλληνες μεγαλέμποροι σιτηρών διέθεταν για λογαριασμό τους φορτηγί­δες και μπάρζες. Όπως αποδείχθηκε η απόσταση ανάμεσα στις φορτηγίδες και τα μεγάλα ατμόπλοια ήταν ελάχιστη. Από την ιδιοκτησία των μεν εύκολα και γρή­γορα πολλοί ομογενείς πέρασαν στην πλοιοκτησία των δεύτερων. Εγγράφοντας, μάλιστα, τα πλοία τους στο ελλη­νικό νηολόγιο, πιο συγκεκριμένα στο νηολόγιο της ιδιαίτερης πατρίδας τους, σηματοδότησαν τη μεταστροφή της ελ­ληνικής εμπορικής ναυτιλίας από το ιστίο στον ατμό. Οι Βαλλιάνοι, οι Σιφναίοι, ο Σκαραμαγκάς και ο Νεγρεπόντης είναι τα γνωστότερα ονόματα του ελληνικού εφοπλισμού της Αζοφικής.
Άξιο λόγου ήταν το εργοστάσιο ζυμα­ρικών της Καλλιόπης Α. Νομικού, όπως και το αρτοποιείο του Μιλτιάδη Μοσχόπουλου. Πολλοί Έλληνες των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων δούλευαν στη βιομηχανία και βιοτεχνία ως εργάτες και υπάλληλοι, όπως στο μεγάλο βυρσοδε­ψείο Βέλγων κεφαλαιούχων «Societe de la Tannerie de I' Azoff», είτε στα ελληνι­κά εμπορικά καταστήματα, είτε ως πλη­ρώματα στα πολυάριθμα μικρά πλοιάρια του Δον και της Αζοφικής. 
Τέλος, τα ελ­ληνικά καφενεία και τα ξενοδοχεία «Κοραής» του Δ. Κωστάλα, το «Αθήναι» του Κ. Νικολαΐδη και το «Κεφαλληνία» του Δ. Τζιβρά ήταν οι τόποι συνάντησης των ομογενών, χώροι που οι Έλληνες ναυτι­κοί έβρισκαν συντροφιά στους συμπατρι­ώτες, εκεί όπου ανάσαινε η Ελλάδα στο Ταϊγάνιο.

Βασίλης Καρδάσης
Share

1 σχόλιο:

  1. Η καταχώρησή σας είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Είμαι και εγώ απόγονος ενός Έλληνα ναυτικού από τη Λίμνη Ευβοίας που μετανάστευσε στην Ρωσία στα τέλη του 19ου αιώνα περνώντας από το Ταϊγάνι. Τελικά κατέληξε στο Αρμαβίρ Ρωσίας, έκανε σημαντική ακίνητη περιουσία, παρασημοφορήθηκε από τον Τσάρο, έγινε πρόεδρος του τότε τοπικού Χρηματιστηρίου, αλλά τελικά έχασε όλη την περιουσία του μετά τον επικράτηση των Μπολσεβίκων. Αν υπάρχει ενδιαφέρον από μέρους σας μπορώ να σας υποβάλω περαιτέρω στοιχεία για την δράση του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah